Η ανθρώπινη μοίρα

32 | ΑΝΤΡΕ ΜΑΛΡΟ «Ξέρω έναν ειδικό για δουλειές με όπλα» είπε ο Κίο. «Μ’ αυτόν, ο καπετάνιος θα νιώθει σιγουριά. Δεν έχουμε πολλά λεφτά, μπορούμε όμως να πληρώσουμε κατιτίς… Νομίζω ότι συμφωνούμε: θα χρησιμοποιήσουμε το χαρτί για ν’ ανεβού- με στο βαπόρι, και θα το βολέψουμε μετά». Ο Κάτοφ σήκωσε τους ώμους, σαν να ήταν κάτι το αυτο- νόητο. Φόρεσε το χιτώνιό του, που δεν του κούμπωνε ποτέ τον γιακά, κι έδωσε στον Κίο το σπορ σακάκι που κρεμόταν σε μια καρέκλα · έσφιξαν και οι δυο δυνατά το χέρι του Χέ- μελριχ. Ο οίκτος θα τον ταπείνωνε πιο πολύ. Βγήκαν έξω. Άφησαν αμέσως τη λεωφόρο, μπήκαν στην κινέζικη συ- νοικία. Βαριά σύννεφα, που είχαν μαζευτεί πολύ χαμηλά, σκι- σμένα μεριές μεριές, άφηναν τα τελευταία αστέρια ν’ αχνο- φαίνονται, στα βάθη των χαραμάδων τους. Η ζωή των σύν- νεφων ζωντάνευε το σκοτάδι, άλλοτε πιο ελαφρύ κι άλλοτε πιο πυκνό, θαρρείς και πελώριες σκιές έρχονταν, σποραδικά, για να κάνουν τη νύχτα πιο βαθιά. Ο Κάτοφ και ο Κίο φο- ρούσαν παπούτσια με σόλες από κρεπ, και άκουγαν τα βή- ματά τους μονάχα όταν γλιστρούσαν στις λάσπες · από τη μεριά που βρίσκονταν οι ζώνες που είχαν παραχωρηθεί στους ξένους –ο εχθρός– ένα φέγγος γαρνίριζε τις στέγες. Ο αγέρας, που γέμιζε σιγά σιγά με τη μακρόσυρτη κραυγή μιας σειρή- νας, κι έφερνε τη σχεδόν σβησμένη χλαλοή της πολιορκη- μένης πόλης και το σφύριγμα των βενζινάκατων που πλησία­ ζαν τα πολεμικά, πέρασε πάνω απ’ τους θλιβερούς ηλεκτρι- κούς λαμπτήρες, που ήταν αναμμένοι στην άλλη άκρη των αδιέξοδων και των σοκακιών · ολόγυρά τους, ετοιμόρροποι τοίχοι ξεπρόβαλλαν από την έρημη σκιά, έτσι όπως τους απο-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=