Η ανατροπή
N I KOΣ ΘΕΜΕ ΛΗΣ 26 ναν όλοι τους άφωνοι. Νιώθανε σαν να πέσανε τα δυο καμπαναριά και μείναν τα οχτώ ρολόγια τους μεμιάς στον τόπο. Για ώρα κανείς δεν άρθρωσε κουβέντα κι όταν άρχισαν να ψάχνουν τις αιτίες, κανείς δεν μπόρεσε τον άλλον να φωτίσει. Τελείωσαν και με τις υποθέσεις κι αναρωτήθη- καν τι θα ’πρεπε να κάνουν, γυρεύοντας καθένας τους απάντηση από το στόμα του άλλου. Ύστερα από περί- σκεψη ο γεροντότερος έβγαλε το συμπέρασμα σαν να ’ταν απόφαση όλων: «Τίποτα δεν μπορούμε να κάνουμε, είμαστε τόσο μακριά, είμαστε τόσο αδύναμοι. Ο Θεός τουλάχιστον να τον έχει καλά». Ήτανε τόσο κατηγορη- ματικός, το ύφος του βαρυσήμαντο, εύγλωττη η σιωπή των άλλων, που δεν άφηνε άλλα περιθώρια συζήτησης ούτε στον Ευάγγελο μήτε σ’ εκείνους. Τότε ο πιο νέος, ο πιο τολμηρός, δεν δίστασε, ξερόβη- ξε και είπε: «Να το μηνύσουμε στον Άγιο Σπυρίδωνα». «Μην μπλέξουμε τους Σέρβους» πετάχτηκε ο γεροντό- τερος αμέσως. Κοιτάχτηκαν μεταξύ τους, προσπάθησαν μες στο σκοτάδι να διακρίνει ο ένας το ύφος του άλλου. Κάτι μουρμούρισαν, συμφώνησαν στο τέλος να το πρά- ξουν, μπορεί και να μάθαιναν κάτι παραπάνω, και ανέ- θεσαν σ’ εκείνον που το πρότεινε να πάει το μαντάτο. Ο νεαρός δεν χασομέρησε. Καλώντας τον Ευάγγελο αν ήθε- λε να τον συνοδεύσει, καληνύχτισε και προπορεύτηκε προς την εξώπορτα της εκκλησίας. Ο Ευάγγελος τους καληνύχτισε και βιάστηκε να τον προλάβει. Στον δρόμο ρώτησε τον νεαρό για εκείνο τον διάχυτο
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=