Η ακολουθία του κακού
11 Η Α Κ Ο Λ Ο Υ Θ Ι Α Τ Ο Υ Κ Α Κ Ο Υ τημένη ελευθερία που δόθηκε από τις αρχές κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού του ’20 και η οποία δημιουρ γούσε αμφιβολίες και δυσπιστία σε ορισμένους για την ασφάλεια που είχαν οι πολίτες στις συναλλαγές τους. Έβαλε μηχανικά το χέρι στο στόμα για να διαπιστώσει ότι δεν είχε ξεχάσει να φορέσει τη μάσκα, κάτι που της συνέβαινε συχνά τον τελευταίο καιρό. Τύχαινε να βγει από το σπίτι χωρίς να λάβει τα μέτρα της, όχι επειδή δεν το ήθελε αλλά ασυνείδητα, να φορέσει δηλαδή τη μάσκα και τα γάντια. Παρ’ όλα αυτά, με τα μέτρα ή χωρίς αυ τά, πάντα έφερνε το μυαλό της το ερώτημα «και αν, παρ’ όλες τις προφυλάξεις, κολλήσω;» κάθε φορά που πήγαι νε να κατέβει τα σκαλιά του σταθμού του ηλεκτρικού τρένου στην πλατεία Βικτωρίας. Το κακό, σκεφτόταν, μπορούσε να εμφανιστεί αναπάντεχα, από εκεί που δεν το περιμένεις, όσες προφυλάξεις και αν πάρεις. Άλλωστε, ο κλειστός δημόσιος χώρος την τρόμαζε, της ζωντάνευε μνήμες από μιαν άλλη εποχή, τότε που η τιμωρία στην οικογένειά της ήταν παιδαγωγικό μέτρο, και ένιωθε να ασφυκτιά όταν την έκλειναν στη μικρή αποθήκη που είχαν στο υπόγειο του σπιτιού τους, εκεί όπου στοίβαζαν παλιά έπιπλα και πιθάρια γεμάτα με ταγκισμένο λάδι. Κατά τη διάρκεια αυτών των τιμωριών, εξάλλου, είχε σκεφτεί να χρησιμοποιήσει το παλιό λάδι για την κατα σκευή σαπουνιού, κάτι που δεν έγινε ποτέ, γιατί ο πα τέρας της θεώρησε ότι θα ήταν πιο επικερδές να πάει στην Αθήνα και να δουλέψει σε καλά σπίτια, να κάνει το κομπόδεμά της και να βρει κάποιον καλό γαμπρό.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=