Η Αγκάθα στο Οριάν Εξπρες
19 Η A Γ Κ Α Θ Α Σ Τ Ο Ο Ρ Ι A Ν Ε Ξ Π Ρ E Σ ένα σκυλί γάβγιζε και οι πάπιες έκρωζαν καθώς έβγαιναν από τη λιμνούλα. ΗΝάνσι μπορούσε να δει στο βάθος το παλάτι του Μπάκιγχαμ και τη βρετανική σημαία να κυ ματίζει από το ελαφρύ βορειοδυτικό αεράκι που έπνεε. Αυτή την εικόνα δεν επρόκειτο να την ξαναδεί ποτέ. Το δωμάτιό της έμοιαζε έρημο με τις βαλίτσες στοι βαγμένες στο κρεβάτι. Στην τουαλέτα δεν υπήρχε κανένα προσωπικό αντικείμενο: τα στολισμένα με πολύχρωμες πέτρες μπουκάλια με αρώματα · η ασημένια βούρτσα, η χτένα και ο καθρέφτης χειρός · τα κρυστάλλινα βαζάκια με την πούδρα και την κρέμα προσώπου. Και η πολύτιμη φωτογραφία που βρισκόταν στην τσάντα της ήταν τυλιγ μένη σε ένα φουλάρι που το είχε φάει ο σκόρος. Όταν έβγαλε τo φανταχτερό εμπριμέ μεταξωτό, μύρισε το δια κριτικό άρωμα των κρίνων από την εξοχή. Το φουλάρι ήταν της μητέρας της και διατηρούσε ακόμη το αγαπημέ νο της άρωμα. Η μυρωδιά έκανε ράκος τη Νάνσι. Τα δάκρυα που συγκρατούσε ξεχύθηκαν στο πρόσωπό της. Άκουγε τη φωνή της μητέρας της να της μιλάει, καθώς ακουμπούσε στο μαξιλάρι της και έκλαιγε: Έλα, αγαπημέ- νη μου: Μια αληθινή κυρία ξέρει πάντα πώς να συγκρατεί τον εαυτό της. Αμέσως θα κατέβαινε και θα πήγαινε στην τραπεζαρία όπου έπαιρναν το πρωινό και όπου ο άντρας τον οποίο επρόκειτο να εγκαταλείψει για πάντα θα καθόταν στο τραπέζι και θα διάβαζε τους Financial Times . Θα της έρι χνε μια αφηρημένη ματιά καθώς θα περνούσε από δίπλα του. Θα άφηνε την εφημερίδα μόνο όταν η Ρέντφερν θα
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=