Η Αγκάθα στο Οριάν Εξπρες

15 Η A Γ Κ Α Θ Α Σ Τ Ο Ο Ρ Ι A Ν Ε Ξ Π Ρ E Σ «Λυπάμαι τον άντρα της». «Μα λένε ότι είχε ερωμένη!» «Αναρωτιέμαι γιατί άραγε αποφάσισε να εξαφανιστεί και να καταφύγει σε μια κωμόπολη στη μέση του πουθενά». «Δεν έχω ιδέα. Ωστόσο με εντυπωσιάζει που τολμάει να εμφανιστεί ύστερα από ένα τέτοιο διαφημιστικό κόλπο!» Η Aγκάθα ήθελε να φύγει τρέχοντας από τον χώρο, αλλά παντού γύρω της είχε κόσμο. Με κατεβασμένο το κεφάλι κατάφερε να φτάσει μέχρι τον διάδρομο. Αν μπο­ ρούσε να φτάσει ως την εξώπορτα χωρίς να πέσει πάνω στον οικοδεσπότη, θα ξεγλιστρούσε δίχως να την πάρει είδηση κανείς. Καθώς όμως διέσχιζε τον διάδρομο, κά­ ποιος που κατέβαινε τις σκάλες τη χαιρέτησε. «Κυρία Κρίστι!» Γύρισε και είδε έναν ψηλό ψαρομάλλη άντρα, που της ήταν άγνωστος, να της χαμογελάει καθώς έβγαζε κάτι από την τσέπη του σακακιού του. «Έχετε την καλοσύνη να μου το υπογράψετε;» Η Aγκάθα τον κοίταξε με δυσπιστία. «Είναι για τη μητέρα μου, που είναι κατάκοιτη τώρα. Αγαπάει πολύ τα βιβλία σας. Θα ενθουσιαστεί αν απο­ κτήσει ένα αντίτυπο με την αφιέρωσή σας». Επρόκειτο για το Κρυφός αντίπαλος . Καθώς κουνούσε πέρα δώθε το χέρι της για να στεγνώσει το μελάνι, της είπε ότι και ο ίδιος είχε απολαύσει το μυθιστόρημα. Προ­ τού καλά καλά το καταλάβει, είχαν μπει στην τραπεζαρία, όπου, για καλή της τύχη, κάθισε ανάμεσα σ’ αυτόν και τον οικοδεσπότη.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=