Γύρνα σπίτι, άγγγελέ μου

ΓΥΡΝΑ ΣΠΙΤΙ, ΑΓΓΕΛΕ ΜΟΥ | 25 – Έχω να σας πω αυτό, είπε η Ελίζα, σουφρώνοντας τα χείλια της με μια αστεία έκφραση μομφής. Θα ’θελα να ’μουν άνδρας και να μην έχω τίποτα να κάνω, μονάχα να ξαπλώνω όλη μέρα πάνω σ’ έναν αναπαυτικό καναπέ. – Καλημέρα σας, κυρία μου, είπε ο Όλιβερ με μια επιδειχτική υπό­ κλιση. Ναι, πρόσθεσε καθώς ένα ελαφρό χαμόγελο λύγιζε τις γωνίες των λεπτών χειλιών του, ομολογώ πως με πιάσατε πάνω στην ανάπαυ­ ση που μου επιβάλλει η υγεία μου. Η αλήθεια είναι πως πολύ σπάνια πλαγιάζω μες στη μέρα, αλλά η υγεία μου έχει τα κακά της χάλια, πάει ένας χρόνος, και δεν είμαι σε θέση να εργάζομαι σαν άλλοτε. Σώπασε μια στιγμή, το πρόσωπό του πήρε μια έκφραση κατσού­ φικη: – Αχ, Θεέ μου! Δεν ξέρω τι θ’ απογίνω! – Πφ! έκανε η Ελίζα ζωηρά και περιφρονητικά. Κατά τη γνώμη μου, δεν έχετε τίποτα. Είστε ένας γερός άντρακλας, στο άνθος της ζωής σας. Είναι μονάχα φαντασία σας κατά ένα μεγάλο μέρος. Τις περισσότερες φορές που νομίζουμε πως είμαστε άρρωστοι είναι μονάχα ιδέα μας. Θυμάμαι, πριν από τρία χρόνια, που ήμουν δασκάλα στο σχολείο της Κοινότητας, είχα κρεβατωθεί με πνευμονία. Κανένας δεν περίμενε πως θα γλίτωνα, και όμως τα κατάφερα, θυμάμαι καλά, μια μέρα που κα­ θόμουν – δηλαδή, όπως το λένε, βρισκόμουν σε ανάρρωση. Ο λόγος που το θυμάμαι είναι πως είχε έρθει ο γερο-δόκτωρ Φλέτσερ και, καθώς έφευγε, τον είδα να κουνάει θλιμμένα το κεφάλι του στην ξαδέλφη μου Σάλι. «Άκουσε, Ελίζα» μου είπε η Σάλι μόλις έφυγε ο γιατρός «μου λέει πως φτύνεις αίμα κάθε φορά που βήχεις. Είσαι φυματική όπως σε βλέπω και με βλέπεις». «Πφ!» είπα εγώ. Θυμάμαι που ξεκαρδίστηκα στα γέλια, αποφασισμένη να το πάρω στ’ αστεία. Είπα μέσα μου, δεν θα τους κάνω το χατίρι, θα τους κοροϊδέψω όλους. «Δεν πιστεύω ούτε λέξη απ’ ό,τι είπε (είπα)» –και κούνησε το κεφάλι της πονηρά στον Όλιβερ, σουφρώνοντας τα χείλια της– «και ξέχωρα, Σάλι (της είπα), όλοι θα πεθάνουμε μια μέρα, και δεν είναι ανάγκη να σκοτίζομαι για ό,τι είναι να συμβεί. Μπορεί να συμβεί αύριο ή μπορεί να συμβεί αρ­ γότερα, μα θα συμβεί σε όλους μας υποχρεωτικά μια μέρα». – Θεέ μου! είπε ο Όλιβερ, κουνώντας το κεφάλι του θλιμμένα. Το πετύχατε διάνα τούτη τη φορά. Ποτέ δεν ειπώθηκε λόγος πιο αληθινός.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=