Γκίλιαντ

Γ Κ Ι Λ Ι Α Ν Τ 9 σε βαθιά γεράματα, είναι όμως αλήθεια πως οι αδελφές του δεν έζησαν πολύ. Μόνο ευγνωμοσύνη μπορώ να νιώθω λοι­ πόν. Λυπάμαι πραγματικά που δεν έχω ν’ αφήσω σχεδόν τί­ ποτα σ’ εσένα και στη μητέρα σου. Λίγα παλιά βιβλία που κανένας άλλος δεν θα τα ήθελε. Ποτέ δεν έβγαλα πολλά λεφτά και ποτέ δεν έδωσα σημασία στα λεφτά που είχα. Ούτε μου είχε περάσει ποτέ από το μυαλό ότι θα άφηνα πίσω μου γυ­ ναίκα και παιδί, πίστεψέ με. Αν το ήξερα, θα ήμουν καλύτε­ ρος πατέρας. Θα είχα βάλει στην άκρη κάτι για σένα. Το κυριότερο πράγμα που θέλω να σου πω είναι ότι λυπά­ μαι βαθιά για τις δύσκολες στιγμές που ξέρω πως πρέπει να ’χετε περάσει η μητέρα σου κι εσύ, χωρίς καμιά πραγματική βοήθεια από μέρους μου, έξω απ’ τις προσευχές μου – γιατί προσεύχομαι συνέχεια. Το έκανα όσο ζούσα και προφανώς το κάνω και τώρα, αν η άλλη ζωή είναι όπως τη φαντάζομαι. Μπορώ να σ’ ακούσω να συζητάς με τη μητέρα σου, εσύ να ρωτάς, εκείνη ν’ απαντάει. Δεν ακούω τα λόγια, μόνο τον ήχο της φωνής σας. Δεν σου αρέσει να πηγαίνεις για ύπνο και κάθε νύχτα πασχίζει να σε πείσει, κάθε νύχτα. Δεν την έχω ακούσει ποτέ να τραγουδάει· μόνο τα βράδια, από το διπλανό δωμάτιο, όταν σε καλοπιάνει για να κοιμηθείς. Ωστόσο δεν μπορώ να ξεχωρίσω ποιο είναι το τραγούδι της. Η φωνή της είναι πολύ χαμηλή. Μου φαίνεται όμορφη, αλλά γελάει όταν της το λέω. Πραγματικά δεν ξέρω πια τι είναι όμορφο. Προσπέρασα δυο νεαρούς στον δρόμο τις προάλλες. Ξέρω ποιοι είναι, δου­ λεύουν στο συνεργείο. Δεν πάνε στην εκκλησία, κανείς από τους δυο τους, είναι δυο καλά, σκανταλιάρικα παιδιά, που μάλλον αστειεύονται συνέχεια, και να τοι εκεί μπροστά μου, γερμένοι στον τοίχο του γκαράζ μες στη λιακάδα, ν’ ανάβουν τα τσιγάρα τους. Είναι πάντα τόσο μαύροι από το γράσο και

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=