Γκίλιαντ

M A R I L Y N N E R O B I N S O N 8 Δεν ξέρω πόσες φορές μ’ έχουν ρωτήσει οι άνθρωποι πώς είναι ο θάνατος – καμιά φορά όταν τους απομένουν μια δυο ώρες μονάχα ώσπου να το ανακαλύψουν οι ίδιοι. Ακόμα κι όταν ήμουν πολύ νέος, άνθρωποι γέροι όσο είμαι σήμερα κι εγώ με ρωτούσαν, έσφιγγαν το χέρι μου και με κοίταζαν στα μάτια με τα γαλακτερά τα δικά τους, σαν να ήξεραν πως ήξερα και με ικέτευαν να τους πω. Τους έλεγα συνήθως πως είναι σαν να ξαναγυρίζεις στην πατρίδα. Δεν έχουμε πατρίδα σ’ αυτό τον κόσμο, έλεγα τότε· κι ύστερα ανηφόριζα τον δρόμο που έφερνε σε τούτο το παλιό σπιτάκι κι έφτιαχνα ένα φλιτζάνι καφέ κι ένα σάντουιτς με τηγανητό αυγό και άκουγα ραδιό­ φωνο, αφότου το απέκτησα, μέσα στο σκοτάδι τις πιο πολλές φορές. Θυμάσαι τούτο το σπίτι; Πιστεύω πως πρέπει να το θυμάσαι λιγάκι. Μεγάλωσα σε πρεσβυτέρια. Έζησα σε τούτο εδώ το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου και επισκέφθηκα πολ­ λά ακόμα, γιατί οι φίλοι του πατέρα μου και οι περισσότεροι συγγενείς μας ζούσαν κι αυτοί σε πρεσβυτέρια. Kι όταν, εκεί­ νο τον καιρό, το συνέκρινα με τα άλλα –όχι και πολύ συχνά βέβαια– κατέληγα πως τούτο εδώ ήταν το χειρότερο απ’ όλα, το πιο θλιβερό, το πιο παγερό. Εντάξει, έτσι πίστευα τότε. Είναι ένα εξαιρετικά καλό παλιό σπιτάκι, αλλά εκείνη την εποχή ζούσα ολομόναχος εδώ μέσα. Κι αυτό συνέτεινε στο να μου φαίνεται παράξενο. Δεν αισθανόμουν πως είχα σπίτι σ’ αυτό τον κόσμο, ήταν γεγονός. Τώρα πια το νιώθω. Και τώρα λένε πως η καρδιά μου αδυνατίζει. Ο γιατρός χρησιμοποίησε τον όρο «angina pectoris», που αφήνει έναν θεολογικό απόηχο, όπως το «misericordia». 1 Ε, ναι, τα περι­ μένεις κάτι τέτοια στην ηλικία μου. Ο πατέρας μου πέθανε 1 Misericordia: Έλεος (λατινικά στο πρωτότυπο).

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=