Γιοι και εραστές

D . H . L AWR ENCE 26 «Α, μη χάσετε τον χορό σας!» τον μάλωσε εκείνη. «Όχι, δεν θέλω να χορέψω, δεν είναι απ’ τους χορούς που μ’ αρέσουν». «Μα μόλις με προσκαλέσατε να χορέψουμε αυτόν τον χορό μαζί». Εκείνος γέλασε εγκάρδια στο άκουσμα αυτών των λόγων. «Ωχ, αυτό δεν το σκέφτηκα! Δεν σας πήρε και πολύ να μου κόψετε τον αέρα». Ήταν η σειρά της να γελάσει. «Δεν φαίνεστε να σας έχει κοπεί και πολύ ο αέρας» του επισήμανε. «Α, φταίει που είμαι από φυσικού μου έτσι, δεν μπορώ να μην πάρω αέρα!» Γέλασε κάπως υπερβολικά βροντερά. «Και είστε ανθρακωρύχος!» παρατήρησε εκείνη έκπληκτη. «Ναι. Κατέβηκα στα ορυχεία στα δέκα μου». Τον κοίταξε θλιμμένη. «Στα δέκα! Πρέπει να ήταν πολύ δύσκολο…» «Συνηθίζεις γρήγορα. Ζεις σαν τον ποντικό και σκας μύτη τη νύχτα να δεις τι γίνεται στον έξω κόσμο». «Εγώ θα ένιωθα σαν τυφλή» είπε και συνοφρυώθηκε. «Σαν τυφλοπόντικας!» Έβαλε πάλι τα γέλια. «Ναι, κι είναι μερικοί που όντως προχωράνε σαν τυφλοπόντικες». Έκανε μια γκριμάτσα, προτείνοντας το σαγόνι του για να μιμηθεί τη μουσούδα ενός τυφλοπόντικα και παριστάνοντας πως οσφραι­ νόταν για να δει προς τα πού να πάει. «Δεν είναι όμως!» επι­ σήμανε αφελώς. «Δεν έχετε ματαδεί τέτοιο πράμα, τον τρόπο που μπαίνουν μέσα. Αφήστε με να σας πάρω κάτω μαζί μου μια φορά και θα δείτε και μόνη σας». Τον κοίταξε έκπληκτη. Ξαφνικά μπροστά της ανοιγόταν ένας καινούργιος κόσμος. Συνειδητοποίησε τη ζωή που έκα­ ναν οι ανθρακωρύχοι, εκατοντάδες άνθρωποι που ολημερίς μοχθούσαν κάτω από τη γη και ανέβαιναν στην επιφάνεια τη

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=