Για μια συντροφιά ανάμεσά μας

ΓΙΑ ΜΙΑ ΣΥΝΤΡΟΦΙΑ ΑΝΑΜΕΣΑ ΜΑΣ 23 Άλλωστε είχε πει πια το πρώτο «ναι» σ’ ένα προξενιό που του είχε κάνει ο κόντε Σπύρος, ο μοναδικός Κερκυραίος με τον οποίο είχε κατά τύχη κάνει γνωριμία. Αυτό φαίνεται ότι ήταν το γραφτό της κόρης του, αφού στη Στεφανόπολη ή όπου γύρω είχε ψάξει δεν έβρισκε γαμπρό Γραικό ισάξιό της. Οι δυο τρεις πιο άξιοι, μα και φιλόδοξοι, δεν τους χωρούσε ο τόπος. Είχαν ξεμυαλισθεί από την Οδησσό, που μόλις είχε κτίσει η Αικατερίνη στη Μαύρη Θάλασσα. Είχαν φύγει για λίγες εβδομάδες από τον τόπο τους να κάνουνε εμπόριο και καταπώς φαίνεται είχαν οριστικά αποκτήσει νέα πατρίδα. Οι υπόλοιποι ελεύθεροι Γραικοί, αδιάφοροι, επιπόλαιοι ή λογο- δοσμένοι. Η Ζωίτσα του είχε πατήσει πια τα είκοσι κι ο ίδιος ανησυχούσε πιο πολύ κι από εκείνη. Ο κόντε Σπύρος είχε έναν γιο που μόλις είχε αποφοιτήσει ιατρός απ’ το Πανεπιστήμιο της Πάντοβας. Οι μέλλοντες συμπέθεροι τα είχανε μισοσυμφωνήσει σε μια επίσκεψη του Θεοφάνη στην Τεργέστη, παρουσία του αδελφού του Μιλ- τιάδη, τσουγκρίζοντας απανωτά γκράπες στο μέλλον των παιδιών τους. Είχαν μιλήσει ακόμα και για το ύψος της προί- κας: «Ό,τι έχω και δεν έχω στο σεντούκι και στον τόκο, τριά­ ντα χιλιάδες φλορίνια». Και παρά την ειλικρινή επιθυμία του Θεοφάνη να πάρει τη θυγατέρα του και να κατέβουνε στην Κέρκυρα, που τόσο ο ίδιος θαύμαζε και κάθε τόσο ιστορού- σε, ο κόντε Σπύρος επέμενε να έρθει ο ίδιος με τον γιο του στη Στεφανόπολη, στην ποδιά της μέλλουσας κοντέσας. Έτσι, σε δύο εβδομάδες περίμεναν τη μεγάλη επίσκεψη του κόντε με τον γιο του, Βίκτορα. Αν όλα πήγαιναν καλά, θα

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=