Για μια συντροφιά ανάμεσά μας

20 ΝΙΚΟΣ ΘΕΜΕΛΗΣ γελιζόταν όπου βρισκόταν και στεκόταν. Τη μιλούσε σε κά- θε ευκαιρία. Κάκιζε όσους αποξεχνιόντουσαν και την απο- ξεχνούσαν. Πάσχιζε να την κάνει τουλάχιστον γλώσσα ισό- τιμη με εκείνη των Σαξόνων στις εμπορικές συναλλαγές του, υποστηρίζοντας αυτό που ξέραν όλοι: Ότι κάτω από τον Δούναβη ήταν η πρώτη γλώσσα των πραματευτάδων. Κατέ- βαλλε κάθε προσπάθεια για να κρατήσει τη διγλωσσία στην κοινότητά τους. Τα γερμανικά ήταν βέβαια η επίσημη γλώσ- σα της πόλης και των αρχόντων της, αλλά ήθελε κατά προ- τεραιότητα ολοζώντανα τα ρωμαίικα για τη ζωή στην οικο- γένεια και στην ευεπίφορη σε κάθε σκέψη προκοπής, σίγου- ρα όχι ευκαταφρόνητη σε μέγεθος κοινότητά τους. Πρωτοστατούσε σε ό,τι στήριζε και υπηρετούσε την άν- θιση και τη διάδοσή της. Τη γλώσσα των Ελλήνων, όπως είχε πει κάποτε κάποιος και τον είχε εντυπωσιάσει. Τα γράμ- ματα που δίδασκε ο φιλότιμος ιερέας δεν του αρκούσαν. Γκρίνιαζε με κάθε αφορμή ότι η κοινότητα είχε ανάγκη ένα σχολειό δικό της. Έφερνε για παράδειγμα τους Σάξονες, που είχαν στην πόλη τους όχι μόνο σχολείο, αλλά και τυπογρα- φείο εδώ και διακόσια χρόνια. Ζήλευε τους Τρανσυλβανούς, που είχαν μετατρέψει τον αυλόγυρο του Αϊ-Νικόλα σε εστία γραμμάτων και φιλομάθειας. Παρακινούσε ανθρώπους φω- τισμένους, κυρίως από άλλες παροικίες των Γραικών, να έρθουν έστω από μακριά για να μιλήσουν, όπως τον Καταρ- τζή ή τον Φιλιππίδη, και φρόντιζε για ό,τι ήταν αναγκαίο για να ευκολύνει τον ερχομό και την παραμονή τους. Είχε βάλει στο μάτι έναν ιερομόναχο και δάσκαλο μαζί από το Βουκου-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=