Για φαντάσου

Ο ΤΕΜΠΕΛΗΣ ΗΛΙΟΣ Για φαντάσου έναν ήλιο που βαριέται να ξυπνήσει, ουρανό να διασχίσει και τον κόσμο να φωτίσει. Κι έτσι η νύχτα να τραβάει δυο και τρεις και πέντε μέρες, το σκοτάδι να κρατάει, να μαραίνονται οι σέρες. Και η μάνα του επιτέλους να τον βάζει σε μια τάξη, θυμωμένη να χυμάει στο υπνοδωμάτιό του, δίχως πόρτα να χτυπάει. Να κρατάει το πρωινό του, το κρεβάτι να τραντάζει και με νεύρα να φωνάζει: «Σήκω πάνω, βρε κοιμήση! Περιμένει όλη η φύση! Και περσότερο από όλους τα αστέρια στους δυο Πόλους, που από την υπερωρία έχουν πάθει υστερία! Σήκω, βγες να ξημερώσει και η νύχτα να ξαπλώσει, που από την ορθοστασία έχει πάθει ισχιαλγία!».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=