Φονικό μονοπάτι

Φ Ο Ν Ι Κ Ο Μ Ο Ν Ο Π Α Τ Ι 11 Με τα χέρια να κρέμονται στο πλάι και ύφος θλιμμένο, καθώς και μ’ εκείνο το ανεπαίσθητο τράβηγμα γύρω από το κάτω χείλι του όταν ήταν αβέβαιος για κάτι. Δεν ήξερε πόση ώρα περπατούσε δίπλα στον Τάμεση. Καμιά ώρα ίσως. Στο τέλος κατέβηκε κάτω στο μετρό, πήρε τη Νόρθερν Λάιν για το Χάμπστεντ, ανηφόρισε με δυσκολία και χτύπησε την πόρ­ τα του Πιτ. «Μπας και δεν κατάλαβα καλά; Εγώ δεν θα ερχόμουν σπίτι σου για να δειπνήσουμε;» πρόλαβε να πει πριν να δει την έκφρα­ ση του προσώπου της. «Καλή μου» της είπε μετά και την αγκάλιασε. Και τότε ήταν που η Νόρα άφησε να κυλήσουν μερικά δάκρυα. «Δεν θα έπρεπε να παρηγορείς εσύ εμένα» έκανε κλαίγοντας. Μετά την επιστροφή του από ένα φωτορεπορτάζ στην Καμπό­ τζη, με ενδιάμεσο σταθμό τη Μελβούρνη, ο Πιτ ήταν σιωπηλός και μελαγχολικός. Ο έρωτας της ζωής του, η Κάρολαϊν, είχε μετακο­ μίσει στην Αυστραλία μ’ έναν χειρουργό και τώρα περίμενε το παιδί του. Ο Πιτ το ήξερε αυτό πριν ν’ αποφασίσει να πάει να τη βρει, αλλά, όταν την αντίκρισε με μια κοιλιά έξι μηνών, η αλήθεια αποδείχτηκε πολύ σκληρή. Η Νόρα είχε καταφέρει να τον ξεκολλήσει από την ιστορία αυτή. Αργά και επώδυνα, κουβέντα την κουβέντα, όπως όταν πας να βγάλεις μια ακίδα από το δάχτυλο μ’ ένα τσιμπιδάκι. Και όντως, ο Πιτ συνήλθε και τηλεφώνησε στην Κάρολαϊν, η οποία συμφώνησε να τον συναντήσει για έναν καφέ στην παραλιακή βόλτα στο Σεντ Κίλντα. Είχαν καθίσει στο συνηθισμένο καφέ και ατένιζαν τη θάλασσα, ενώ τουρίστες με ρόλερς περνούσαν απέξω είτε σκοντάφτοντας είτε πατινάροντας αυτάρεσκα.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=