Φονικό μονοπάτι
1 Ή ταν μπελαλίδικη δουλειά, αλλά άξιζε τον κόπο. Η Νόρα στεκόταν σκυφτή πάνω από την καλάθα με τις κανθαρέλ λες και διάλεγε προσεκτικά τα μικρά, γευστικά και καλοσχημα τισμένα μανιτάρια τρομπέτες. Όταν έμεινε τελικά ικανοποιημένη από τη σοδειά της, πλησία σε τον μανάβη, με τη μικρή καφετιά χαρτοσακούλα, και ατσάλω σε τον εαυτό της ενόψει του οικονομικού αντιτίμου καθώς την έβαζε στη ζυγαριά. Χαμογέλασε στον Αντρέας, ο οποίος στεκόταν και μασούσε τις τελευταίες μπουκιές από το θρυλικό σάντουιτς με λουκάνικο τσορίθο από το Μπόροου Μάρκετ. Ήταν ένα σχεδόν τέλειο σαβ βατιάτικο απόγευμα. Ακόμα και τώρα, έπειτα από έναν ολόκλη ρο μήνα, δεν μπορούσε να πιστέψει ότι το μόνο που είχε να κάνει ήταν ν’ απλώσει το χέρι της και ν’ αγγίξει τον άντρα που φάντα ζε τόσο απαγορευμένος. Απαγορευμένος επειδή ήταν με μια άλ λη γυναίκα. Επειδή η Νόρα δεν είχε τολμήσει ν’ αφήσει τον εαυ τό της ελεύθερο. Επειδή παρεξηγούσαν συνεχώς ο ένας τον άλλον και ίσως να το έκαναν εδώ και πολλά χρόνια. Μέχρι τη μέρα που έσπασε το φράγμα. Ήταν έτοιμη να πάει κοντά του, όταν χτύπησε το τηλέφωνό του. Χαμογέλασε απολογητικά, ανοιγόκλεισε τα μάτια κι έβγαλε το κι νητό από την τσέπη του τζάκετ. Όσο η Νόρα πλήρωνε, κοιτούσε τον Αντρέας κι έβλεπε τις εκφράσεις που έπαιρνε το πρόσωπό του.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=