JEN BESSER, SHANA FESTE 26 τον δω σχεδόν δεκαπέντε χρόνια, επικοινώνησε μαζί μου την περασμένη εβδομάδα. Συναντηθήκαμε για καφέ. Κι αυτό με κράτησε αναστατωμένη όλη την εβδομάδα. Πρώτα πρώτα, δεν περίμενα καν να τον δω. Νόμιζα πως θα συναντούσα κάποιον επαγγελματικό συνεργάτη, ήταν ένα είδος παγίδας οργανωμένης από τη φίλη μου την Αλίσια. Όταν σήκωσα τα μάτια και είδα τον Τζάσπερ, ένιωσα να μου κόβεται η ανάσα. Ήταν πιο ψηλός απ’ ό,τι θυμόμουν, με μακρύτερα πόδια και πιο φαρδιούς ώμους. Όταν κάθισε απέναντί μου, το τραπέζι κι ό,τι υπήρχε πάνω του φάνηκαν να συρρικνώνονται. Το μυαλό μου άρχισε να γυρίζει σαν τρελό, προσπαθώντας να καταλάβει πώς και γιατί εκείνος βρέθηκε εκεί, μπροστά μου – αλλά το μόνο που μπορούσα να σκεφτώ ήταν μια ανάμνηση, πριν από δέκα και παραπάνω χρόνια: οι δυο μας ξαπλωμένοι στο κρεβάτι, κι ο Τζάσπερ να ρωτάει αν μου άρεσε ο τρόπος που έπεφτε το απογευματινό φως στα γυμνά κορμιά μας. «Νταϊάνα». Το χαμόγελο του Τζάσπερ ήταν ζεστό και αβίαστο. «Σ’ ευχαριστώ που ήρθες στο ραντεβού». Ακούμπησε τους αγκώνες του στο τραπέζι στηρίζοντας το κεφάλι του στα χέρια. «Η Αλίσια κι εγώ σκεφτήκαμε ότι θα ήταν διασκεδαστική η έκπληξη. Και φαινόταν πολύ έξυπνη ιδέα, μέχρι πριν από ένα λεπτό, που βρέθηκα απέξω και σε είδα μέσα από το τζάμι». Στη σκέψη ότι με κοιτούσε, ένιωσα τις άκρες των αυτιών μου να κοκκινίζουν. Ευχήθηκα να είχα βουρτσίσει τα μαλλιά μου εκείνο το πρωί αντί να τα πιάσω σ’ έναν χαλαρό
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=