Έρωτας στον επόμενο σταθμό

ΣΤΑΘΜΟΣ ΓΚΑΡ ΝΤΕ Λ’ ΕΣΤ, ΠΑΡΙΣΙ Ο κεραυνός έκανε τα τζάμια της γυάλινης οροφής του σταθμού να τρίξουν. Είχαν ανοίξει οι ουρανοί στο Παρίσι και νύχτωσε απότομα. Την πρώτη φορά που τα φώτα του σταθμού τρεμόπαιξαν, διέσχιζα βιαστική την αίθουσα ανα- μονής πηγαίνοντας προς την αποβάθρα νούμερο πέντε με τη βαλίτσα στο ένα χέρι και το καλάθι μεταφοράς του Χου- ντίνι στο άλλο. Άρχισα να τρέχω όταν η Άνχελα, λάτρης των κρουασάν και εχθρός των σπορ, που τα κατάφερνε μια χαρά με τα ψηλοτάκουνα και βρισκόταν τρία μέτρα πιο μπροστά, φώναξε κάτι ακατανόητο. Βγαίνοντας από το ταξί που μας είχε φέρει από το αεροδρόμιο Σαρλ ντε Γκολ, μαλλιά, παλτό, παπούτσια, όλα είχαν γίνει μούσκεμα. Ήμασταν στο τέλος της κυλιόμενης σκάλας που θα μας άφηνε στην άκρη της αποβάθρας όταν τα φώτα τρεμόπαι- ξαν ξανά και τελικά έσβησαν εντελώς. Η γιαγιά μου, κάποτε, μου είπε να μη φοβηθώ αν ξαφ- νικά σκοτεινιάσει γύρω μου, γιατί όσοι έχουν μέσα τους πολύ φως δεν χρειάζονται προβολείς. Αν το είχα θυμηθεί εκείνη τη στιγμή, ίσως να ένιωθα λιγότερο ταραγμένη, αλλά με την υγρασία, τις περίσσιες αποσκευές και τα χτυ-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=