Επτά μείον ένα
A R N E D A H L 12 από τον διπλανό δρόμο κι απλώθηκαν στο οικόπεδο. Αλλά δεν το έβλεπαν πια. Η βροχή το είχε καταβροχθίσει. Πήρε μια βαθιά ανάσα. Ήταν αναπόφευκτο. Μετά, ένα νεύμα προς το κοντινότερο ερείπιο: δυο άτομα όρμησαν σκυφτά στην καταιγίδα. Άλλο νεύμα προς την άλλη πλευρά: άλλα δυο άτομα ακολούθησαν, εξαφανίστηκαν σαν να ’πεσαν σε σβολιασμένη σούπα. Έπειτα μετακινήθηκε κι ο ίδιος ο Μπέργερ, ακολουθούμενος από μια ανασαιμιά που σχεδόν παρέπεμπε σε λυγμό. Ακόμη καμία οπτική επαφή με το σπίτι. Ο ένας μετά τον άλλον άρχισαν να εμφανίζονται μέσα από τη βροχή οι συνάδελφοι, τέσσερις σκυφτές σιλουέτες με περισσό φορτίο σοβαρότητας για την αποστολή, έστω κι αν εκείνος έβλε πε μόνο τις πλάτες τους. Σανίδι το σανίδι εμφανίστηκε και το σπίτι μέσα από τη βα ριά καταχνιά. Σκούρο κόκκινο με λευκές λεπτομέρειες, μαύρα υφασμάτινα στόρια, μηδέν σημάδια ζωής. Και η βροχή, που δεν είχε σταματημό. Πλησίαζαν τώρα. Πλησίαζαν σε όλα. Ίσως να πλησίαζαν και στο τέλος. Ο Μπέργερ ήξερε ότι δεν έπρεπε να σκέφτεται. Το παρόν ήταν το παν. Εδώ και τώρα. Πουθενά αλλού, ποτέ άλλοτε. Μαζεύτηκαν στη βάση της σκάλας της υπερυψωμένης, κιτρι νισμένης και ξεφλουδισμένης βεράντας. Δύο στόμια υδρορροών ξερνούσαν καταρράκτες νερού στα πόδια τους. Υγρασία στα όρια της νοσηρότητας. Τα βλέμματα στράφηκαν ξανά πάνω του. Τα μέτρησε. Τέσ σερα συν η ανάσα της Ντίαρ στην πλάτη του. Ο Μπέργερ τής έκανε νόημα να έρθει μπροστά, και τώρα κοιτούσε δέκα μάτια. Έπειτα έγνεψε καταφατικά. Δύο άντρες κινήθηκαν προς τη σκάλα, με την αδρεναλίνη να λάμπει στα ανοιχτοπράσινα μά
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=