Επτά μείον ένα

A R N E D A H L 16 «Έλα εδώ». Του έδειξε το σανιδένιο πάτωμα δίπλα στο ψυγείο. Εκείνος μόλις που διέκρινε ένα κάπως πιο ανοιχτόχρωμο τετράγωνο. Στο ίδιο μέγεθος με το ψυγείο. Έσπρωξαν μαζί το ψυγείο στο πλάι, προς το πιο ανοιχτό κομμάτι του πατώματος. Ήρθαν και οι υπόλοιποι αστυνομικοί, τρία άτομα τώρα. Έβαλαν κι αυτοί ένα χέρι. Τελικά η συσκευή ήρθε στη θέση της. Δίπλα στο ψυγείο, ανάμεσα σε καταψύκτη και ηλεκτρική κου­ ζίνα, υπήρχαν ίχνη μιας καταπακτής δαπέδου, χωρίς καμία λαβή. Ο Μπέργερ κοίταξε το τετράγωνο. Όταν θα το άνοιγαν, όλα θ’ άλλαζαν. Θα ξεκινούσε η πραγματική κάθοδος στο σκοτάδι. Αναγκάστηκαν να παραβιάσουν την καταπακτή, τέσσερις άντρες με ό,τι κουζινικά είδη βρήκαν. Εντέλει, άνοιξε. Ο Μπέρ­ γερ τούς σταμάτησε όταν το άνοιγμα σηκώθηκε καμιά δεκαριά πόντους. Φώτισαν την περίμετρο. Η Ντίαρ έβαλε μέσα έναν καθρέφτη κι ερεύνησε τον χώρο ακολουθώντας τη δέσμη φωτός. Πουθενά παγίδα. Έπειτα τράβηξαν πάνω την καταπακτή. Πά­ ταγος. Σκόνη σηκώθηκε από κάτω. Και σιωπή. Κυρίως σιωπή. Ο Μπέργερ άναψε τον φακό. Διέκρινε μια σκάλα. Πήδησε μέσα με τον φακό και το πιστόλι ψηλά. Σκαλοπάτι το σκαλοπάτι, δέχτηκε την επίθεση του σκοταδιού ξανά. Ο φακός έκρυβε περισσότερα από όσα αποκάλυπτε. Ένας κόσμος κατακερματισμένος που δεν ήταν τίποτα περισσότερο από στενόχωρους, υπόγειους τοίχους και χαμηλές πόρτες που, μισάνοιχτες, έδιναν πρόσβαση σε νέα σκοτάδια, διαφορετικά σκοτάδια αλλά σκοτάδια ωστόσο. Αυτό που τον χτύπησε πρώτα ήταν η μυρωδιά. Το γεγονός ότι δεν ήταν η μυρωδιά που φοβόταν. Και ότι του πήρε τόση ώρα να την αναγνωρίσει.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=