England, England
J U L I A N B A R N E S 10 χρόνου. Έτσι όλοι θυμούνται με βεβαιότητα ένα πρόσωπο, ένα γόνατο που τους χτύπησε, ένα ανοιξιάτικο λιβάδι, ένα σκύλο, μια γιαγιά, ένα λούτρινο ζωάκι με αυτί διαλυμένο απ’ το πολύ μασούλημα · θυμούνται ένα καροτσάκι, τι έβλε παν απ’ το καροτσάκι, το πέσιμο απ’ το καροτσάκι και πώς χτύπησαν το κεφάλι τους σε μια αναποδογυρισμένη γλάστρα στην οποία είχε σκαρφαλώσει ο αδερφός τους για να δει το νεοφερμένο (αν και πολλά χρόνια αργότερα θα άρχιζαν να αναρωτιούνται μήπως ο εν λόγω αδερφός τούς είχε βουτή ξει την ώρα που κοιμούνταν και τους είχε κοπανήσει το κεφάλι στη γλάστρα σε μια πρωτόγονη στιγμή αδερφικής οργής…). Κι όλα αυτά τα θυμούνται με σιγουριά, αδιαμφι σβήτητα, αλλά είτε αφορούν διηγήσεις άλλων είτε μια τρυ φερή φαντασίωση ή την υπολογισμένη κατά κάποιον τρόπο απόπειρα να πιάσουν την καρδιά του ακροατή στα δάχτυλα και να τη σφίξουν μέχρι το μελάνιασμα να φέρει τον έρωτα – όποια λοιπόν κι αν ήταν η πηγή, όποιος κι αν ήταν ο σκο πός, εκείνη δυσπιστούσε. Η Μάρθα Κοχρέιν θα ζούσε πο λύ καιρό, και όλα αυτά τα χρόνια δεν θα της τύχαινε ποτέ να συναντήσει μια πρώτη ανάμνηση που να μην ήταν κατά τη γνώμη της ψέμα. Έτσι, έπιασε κι αυτή να λέει ψέματα. Η πρώτη της ανάμνηση, έλεγε, ήταν ότι καθόταν στο πάτωμα της κουζίνας που ήταν καλυμμένο με ψάθινο χαλί αραιοπλεγμένο, απ’ αυτά με τις τρύπες, τρύπες στις οποί ες μπορούσε να χώνει ένα κουτάλι και να τις κάνει μεγα λύτερες, εισπράττοντας μια ξυλιά γι’ αυτή της την πράξη –νιώθοντας ασφαλής επειδή η μητέρα της τραγουδούσε
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=