Ένα τραγούδι για δύσκολους καιρούς

Ε Ν Α Τ Ρ Α Γ Ο Υ Δ Ι Γ Ι Α Δ Υ Σ Κ Ο Λ Ο Υ Σ Κ Α Ι Ρ Ο Υ Σ 37 «Την έχω παρατήσει αυτή την προσπάθεια». Η Κλαρκ κοίταζε τριγύρω αναζητώντας ελεύθερο κάθισμα. «Ίσως στο γραφείο υποστήριξης» είπε ο Φοξ δείχνοντας προς τον διάδρομο. «Θα πάω να δω, αν θέλεις». Η Κλαρκ κατένευσε. «Ενώ εσύ θα μας φτιάξεις τσάι». Ο Φοξ έφυγε αμέσως, πριν προλάβει να του απαντήσει. Η Κλαρκ πήγε στον βραστήρα, κοίταξε αν έχει νερό και τον άναψε. «Μπράβο το κορίτσι μου» γρύλισε ο Τζορτζ Γκαμπλ από το γραφείο του. «Κερδίζεις χρυσούν ωρολόγιον». «Γεια σου κι εσένα, Τζορτζ». Ο Γκαμπλ φαινόταν να φορά το ίδιο κοστούμι που φορούσε πάντα, κραυγαλέο καρό με γι­ λέκο. Τα μαλλιά του ήταν κι αυτά ανακατωμένα όπως πάντα, το πρόσωπό του κοκκινισμένο, η κοιλιά του στριμωγμένη από το γιλέκο. Η Τες Λέιτον, που καθόταν απέναντί του, έμοιαζε σαν φάντασμα συγκριτικά μ’ αυτόν – λεπτή, χλωμή, με βου­ λιαγμένα μάτια. Και οι δύο ήταν αρκετά καλοί αστυνομικοί, καθένας με τον δικό του τρόπο, έστω και αν ο Γκαμπλ μάλλον μετρούσε μέρες και ώρες μέχρι τη σύνταξη. Η Κλαρκ είχε δου­ λέψει μαζί τους μόνο μία φορά στο παρελθόν. Ήξερε καλύτερα την Έσον και τον Όγκιλβι, που προέρχονταν και οι δύο από την ομάδα της στην Γκέιφιλντ Σκουέαρ. Ο Φιλ Γέιτς ήταν άλλος ένας τακτικός συνεργάτης του Σάδερλαντ, ξανθός, λίγο πάνω από τα είκοσι, που ειδικευόταν στο να κάνει ό,τι τον διέτασσαν, τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο. Η Έσον έφερε μια κούπα για να την ξαναγεμίσει με τσάι. «Τι τρέχει;» ρώτησε σιγά. «Ο Τζον έφυγε βόρεια για να δει την κόρη του». «Και σ’ άφησε στην τύχη σου». «Την τελειώσαμε σχεδόν τη μετακόμιση. Έχουν μείνει με­ ρικά κουτιά μόνο». «Βρήκες τίποτα ενδιαφέρον κρυμμένο στο διαμέρισμά του;»

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=