Ένα παιχνίδι με Κανόνες

14 Οι γονείς της Γραικοί. Ο πατέρας της, γιατρός από τους καλούς, μπαινοβγαίνει σε σπίτια πλούσια και φτω- χά, γιατρεύει Φαναριώτες κι Ηπειρώτες και Βούλγαρους, Σέρβους, Μολδαβούς, Βλάχους, Αλβανούς – γιατί εδώ είναι μαζεμένες και ζούνε όλες οι φυλές. Εδώ οι πρίγκι- πες, σαν τον Υψηλάντη, εδώ και οι αντάρτες, σαν τον Ρήγα. Το Βουκουρέστι τούς καλοδέχεται όλους και τους ακούει όλους. Η κόρη του γιατρού μαθαίνει από μωρό παιδί ότι δε μιλούν όλοι οι άνθρωποι την ίδια γλώσσα. Κι ότι όσο περισσότερες γλώσσες μιλάς, τόσο καλύτερα. Η Αικατερίνη ευτυχώς είναι γαλιάντρα. Της αρέσουν τα λόγια – σ’ όποια γλώσσα κι αν είναι. Της αρέσει να τ’ ακούει, της αρέσει να τα λέει, να τα τραγουδάει, να τα γράφει. Ακόμα και να τα παίζει. Ωραία ζωή. Μεγαλώνει με όλα της τα καλά, ένα κορίτσι γερό και ξύπνιο και χαρούμενο, που μαθαίνει όχι μόνο μ’ ευκολία αλλά και με χαρά. Κι έχει πολλά να μάθει, όλα τα κο- ρίτσια της σειράς της μαθαίνουνε: και πιάνο και γαλλι- κά. Ακόμα και γράμματα. Γιατί η οικογένεια του για- τρού έχει και πλούτη και μόρφωση. Ούτε πρίγκιπες είναι ούτε αντάρτες, πληρώνουν όμως τους καλύτερους δασκάλους για τ’ αγόρια τους. Κοντά στ’ αδέρφια της μαθαίνει κι η μικρή. Πιάνο, ελληνικά, γαλλικά, ιστορία, γεωγραφία, απ’ όλα. Αυτές είναι οι ασχολίες της: να παίζει, να διαβάζει, να γράφει, να ζωγραφίζει, να μα- θαίνει. Σ’ όλα της είναι σοβαρή, ακόμα και στο παιχνί- δι. Ιδίως στο παιχνίδι. Η Αικατερίνη δεν είναι καλλονή. Είναι όμως γλυκιά και όμορφη· σαν την απέραντη πεδιάδα της Βλαχίας,

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=