Ένα παιδί μετράει κεφάλια

ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΜΕΤΡΑΕΙ ΚΕΦΑΛΙΑ 17 του από πάνω τους. Παρατηρούσε τις τραγιάσκες, βαθιά χωμένες στα κεφάλια τους, τα σέρτικα τσιγά- ρα, που κάθε τόσο έπαιρναν από μια μεγάλη κούτα στη ρίζα ενός δέντρου, τα σκονισμένα σακάκια τους, τα ριγμένα στους ώμους. Ήταν βρόμικοι, αξύ- ριστοι και μερικοί με ένα χοντρόξυλο στα χέρια, για να στηρίζονται σ’ αυτό όταν ήταν όρθιοι. Tελικά φαίνεται ότι ήταν οι πιο ψύχραιμοι κι αδιάφοροι για όλα όσα τραγικά συνέβαιναν γύρω τους. «Eίναι κυνηγοί κεφαλιών!» σιγοψιθύριζαν μερι- κοί μυημένοι. Κάτι είχε ακούσει γι’ αυτούς ο Στέφανος στο κουρείο του κυρ Mήτσου, καθώς η μηχανή του κου- ρέματος πραγματοποιούσε μια από τις συνηθισμέ- νες διαδρομές της στο κεφάλι του, όπου δεν άφηνε τρίχα για τρίχα. Eίχε ακούσει για πολλά χρήματα, μεγάλες επικηρύξεις και ρεγάλα που τους έδινε το κράτος, γιατί, λέει, το βοηθούσαν να απαλλαγεί από τους αντάρτες άλλοτε με πληροφορίες κι άλλοτε με πράξεις, όπως ήταν το κόψιμο των κεφαλιών και, αν χρειαζόταν, η μεταφορά τους. Σαν τα κοράκια είχαν ξεσηκωθεί να κάνουν την μπάζα τους ορισμένοι από τους ορεσίβιους, κάτι άθλια και ελεεινά υποκείμενα, στήνοντας χωσιές

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=