Ένα παιδί μεγαλώνει στην Αθήνα: 1934-1944

18 ΝΙΚΟΣ ΒΑΤΟΠΟΥΛΟΣ νεαράς κοπέλας με περρούκα μαρκησίας. Πίσω από το θα- μπό τζάμι» της στέλνει «φιλήματα αιωνίως ερωτευμένος με το θαύμα της». Αυτή η Αθήνα του 1942 είχε ακόμη γλεντζέδες που είχαν ξενυχτήσει παίζοντας μπακαρά, είχε σε ορισμένα διαμερί- σματα κεντρική θέρμανση, αλλά αυτά ήταν οι ελάχιστες εξαιρέσεις, οι οποίες σχολιάζονταν αρνητικά. Στα πολλά σπίτια της Αθήνας κάποια παιδιά σηκώθηκαν με γυμνά πόδια στο παγωμένο πάτωμα να αντικρίσουν το χιόνι. Εκ- στατικά. Υπάρχουν οι καταγραφές. Όσο πιο λίγοι θυμούνται τό- σο ο χρόνος θα γίνεται άπιαστος, σαν να ήταν έτσι από πάντα ή σαν να μη συνέβη ποτέ. Κενό. Όσο εκλείπει η ζώ- σα μνήμη, η μικροϊστορία αυθαιρετεί. Κάποιοι κατέγραφαν (και καταγράφουν) την καθημερινότητά τους, αλλά είναι ελάχιστοι. Οι πιο πολλοί αποχαιρετούν τον κόσμο αφήνο- ντας ελάχιστα τεκμήρια. Αναρωτιέμαι αν την ίδια ανάγκη να καταγράψει τις με- ταβολές της ζωής ένιωθε, π.χ., και ένας άνθρωπος του 1922 καθώς αναλογιζόταν τον κοντινό-μακρινό 19ο αιώνα. Για- τί, δεν μπορεί, μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο και τις κα- τακλυσμιαίες αλλαγές που ακολούθησαν, όσα είχαν συμβεί πριν από το 1914 –πόσο μάλλον πριν από το 1900– θα φά- νταζαν και τότε, εκατό χρόνια πριν, απόμακρα, οικεία μο- νάχα σε όσους ζούσαν με τις αναμνήσεις τους. Οι γενιές καλπάζουν, διαλύοντας την αίσθηση κάθε εποχής.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=