Ένα παιδί μεγαλώνει στην Αθήνα: 1934-1944

ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΜΕΓΑΛΩΝΕΙ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ. 1934-1944 17 παλαιικά, σχεδόν εξαϋλωμένα. Και εκείνη η χιονισμένη Πρωτοχρονιά του 1942, η τόσο μακρινή, αλλά που αίφνης μπορεί να λάμψει στο μυαλό σαν μια εικόνα οικεία και θερ- μή, απομακρύνεται χρόνο με τον χρόνο στη χώρα της λή- θης. Πόσο μακρινές θα φαίνονταν οι άλλες μέρες που είχε χιονιά το 1936 και το 1937, όταν ο πατέρας του πατέρα έβγαι- νε έξω στο χέρσο οικόπεδο και έφτιαχνε έναν χιονάνθρω- πο. Από το παράθυρο ο πατέρας μου με τη μαμά του πα- ρακολουθούσαν την ιεροτελεστία. Ένα κλαράκι για τσιγά- ρο, δυο κουκούτσια ελιάς για μάτια, ένα παλιό ψαθάκι για καπέλο, «για να μην τον κάψει ο ήλιος». Εκείνες οι σκηνές της δεκαετίας του ’30 πόσο μακρινές φαίνονταν τη χιονι- σμένη Πρωτοχρονιά του 1942. Ο πατέρας-παιδί γράφει για τη χαρά που του έφερε το χιόνι εκείνη την παγωμένη Πρωτοχρονιά του 1942, αλλά δεν παραλείπει να πει πως οι άνθρωποι μαζί με τα «χρόνια πολλά» εύχονται και «καλή λευτεριά». Αναρωτιέμαι πώς είναι να ξυπνάς μια Πρωτοχρονιά με χιόνι χωρίς θέρμανση στο σπίτι και με τις προμήθειες λιγοστές. «Το ψύχος και η έλλειψις τροφίμων μάς έχει εξαντλήσει όλους» γράφει «πο- λύς, δε, κόσμος πεθαίνει καθ’ εκάστην». Πάμπολλες οι μαρτυρίες όχι μόνο για την πείνα και την αγωνία, ιδίως όσων είχαν μικρά παιδιά, αλλά και για τον ψυχρό χειμώνα του 1942. Στις εφημερίδες καταγράφεται φυσικά ο χιονιάς, αλλά λίγα εικοσιτετράωρα μετά ο Σπύρος Μελάς γράφει στην Καθημερινή πως «η χιονισμένη πόλις έχει την όψιν

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=