Ένα παιδί από το πουθενά (Συλλεκτική έκδοση)

ENA ΠΑΙΔΙ ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΥΘΕΝΑ | 21 που σηκώνω το χέρι. Νιώθω σαν καρφάκια να πέ- φτουν τα βλέμματα όλων πάνω μου. Ξέρω τι με πε- ριμένει στο διάλειμμα. Μου λένε πως θέλω να κάνω τον έξυπνο για να με αγαπάει η δασκάλα μας και να τους ρεζιλεύω. Μια φορά ο Πάνος, που είναι χοντρός και ψηλός και έχει ένα μούτρο σαν κόκκινο φεγγάρι, ήρθε στο διάλειμμα και στάθηκε μπροστά μου με τα χέρια στη μέση. Με κοίταζε ακούνητος καλά καλά. Εγώ είμαι αδύνατος, λίγο πιο κοντός από αυτόν, έχω ξανθά μαλλιά και γαλανά μάτια. Κανείς στην τάξη –τι λέω στην τάξη, σε όλο το σχολείο– δεν έχει τόσο ξανθά μαλλιά. Ακούω που το λέει η θεία μου στις φίλες της: «Από πού βρέθηκαν αυτά τα ξανθά μαλλιά; Κανείς στο σόι μας δεν είχε. Θαρρείς και αυτό το παιδί ήρ- θε από το πουθενά». Ώρες ώρες το πιστεύω και γω πως ήρθα από το πουθενά. Μπορεί από τους αιθέ- ρες, αφού ο μπαμπάς μου ήταν πιλότος. Λέω ήταν, γιατί πια δεν είναι. Δεν είναι τίποτα. – Καλέ, μήπως είναι γκέι με αυτό το μαλλί; είπε ο Πάνος και γύρισε στους άλλους να δει τι εντύπω- ση έκανε. Εγώ δεν έβγαλα μιλιά. Τον κοίταξα όμως στα μά- τια. Ξέρω τι θα πει γκέι. Νομίζω όμως πως δεν είμαι, πάλι δεν ξέρω, είμαι μικρός.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=