Ένα καλοκαίρι χωρίς κανόνες

Ε Ν Α Κ Α Λ Ο Κ Α Ι Ρ Ι Χ Ω Ρ Ι Σ Κ Α Ν Ο Ν Ε Σ 21 ανάμεσα στα αναφιλητά, οπότε ο Αστυνόμος Γούντλι με είχε αφήσει να φύγω με μια προειδοποίηση (και με είχε ακολουθήσει μέχρι το σπίτι). Ένας θόρυβος ακούστηκε από τα μεγάφωνα του πλοίου. Ώρα να φύγω σκέφτηκα, αλλά ένιωσα έναν ακόμα βόμβο στο χέρι μου· και τρίτο μήνυμα από τον Μπεν, Μερ, στ’ αλήθεια θα ερχόμουνα μαζί σου αυτήν την εβδομάδα. Πριν το καταλάβω, τα μάγουλά μου είχαν φουντώσει και είχα σχηματίσει τον αριθμό του. Απάντησε στον πρώτο χτύπο. «Γεια…» «Δεν ήθελα να ’ρθεις» τον έκοψα, έτοιμη να βάλω τα κλάματα. «Το αγόρι μου ήθελα να ’ρθει, το αγόρι μου, όχι ο σκατόμυαλος πρώην μου!» Σιωπή. Ο Μπεν ξεφύσηξε «Μερ…». Το έκλεισα και σκούπισα τα δάκρυά μου. Είχα ανάγκη να βγω από το αυτοκίνητο στον καθαρό αέρα. Η σειρήνα του φέρι ακούστηκε τη στιγμή που έπιανα το χερούλι της πόρτας, αλλά μέχρι τότε το ανοιχτό αμπάρι είχε τιγκάρει και τα αυτοκίνητα ήταν τόσο κοντά παρκαρισμένα το ένα στο άλλο που ήταν αδύνατον να ανοίξεις την πόρτα χωρίς να χτυπήσεις στο διπλανό αυτοκίνητο. Η ηλιοροφή , σκέ- φτηκα. Ήταν ακόμα ανοιχτή. Προσπάθησα να μη σκέ- φτομαι πόσοι άνθρωποι με είχαν ακούσει να βάζω τις φωνές στον Μπεν. Το πρόσωπό μου ήταν κηλιδωμένο από το κλάμα, οπότε ψαχούλεψα στο σακίδιό μου για να βρω τα γυαλιά μου και τα φόρεσα μαζί με ένα από τα καπέλα τζόκεϊ του μπαμπά μου πριν στριμωχτώ για να

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=