Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν

Ε Ν Α Δ Ε Ν Τ Ρ Ο Μ Ε Γ Α Λ Ω Ν Ε Ι Σ Τ Ο Μ Π Ρ Ο Υ Κ Λ Ι Ν 13 «Κουρελομαζώχτρες! Κουρελομαζώχτρες!» Το πρόσωπο της Φράνσι φούντωνε μόλις άκουγε αυτή τη λέξη. Το ’ξερε ότι τα παιδιά που την πείραζαν μάζευαν κι αυτά κουρέλια, αλλά καθόλου δεν την παρηγορούσε αυτό. Ούτε είχε σημασία που ο αδερφός της θα γύριζε κι αυτός σε λίγο με άδεια χέρια και μαζί με την παρέα του θα κορόιδευε με τον ίδιο τρόπο τους αργοπορημένους. ΗΦράνσι ντρεπόταν. Ο Κάρνεϊ είχε στήσει το παλιατζίδικό του μέσα σε έναν ετοιμόρροπο στάβλο. Στρίβοντας στη γωνία, η Φράνσι είδε ότι και οι δύο πόρτες ήταν διάπλατα και φιλόξενα ανοιχτές και φαντάστηκε τον μεγάλο, προσηνή δίσκο της ζυγαριάς να κου­ νιέται πέρα δώθε γνέφοντάς της σαν να την καλωσόριζε. Είδε τον Κάρνεϊ, με τα καστανωπά μαλλιά του, το καστανωπό μου­ στάκι και τα καστανωπά μάτια του, να ζυγίζει μερικά παλιο­ πράματα. Του Κάρνεϊ του άρεσαν τα κορίτσια περισσότερο από τα αγόρια. Έδινε μία δεκάρα παραπάνω σε όποιο κορίτσι δεν ζάρωνε φοβισμένο, όταν του τσιμπούσε το μάγουλο. Γι’ αυτήν ακριβώς την πιθανότητα της επιπλέον δεκάρας ο Νίλι παραμέρισε αφήνοντας τη Φράνσι να σύρει το τσου­ βάλι μέσα στον στάβλο. Ο Κάρνεϊ πετάχτηκε πάνω και ήρθε προς το μέρος της, άδειασε το τσουβάλι στο πάτωμα και της έδωσε προκαταβολικά μια τσιμπιά στο μάγουλο. Ενόσω στοί­ βαζε τα πράγματα στη ζυγαριά, η Φράνσι ανοιγόκλεισε τα μάτια για να συνηθίσουν στο σκοτάδι και η μυρωδιά της κλει­ σούρας και των βρεγμένων κουρελιών που πλανιόταν στην ατμόσφαιρα της χτύπησε τα ρουθούνια. Ο Κάρνεϊ κοίταξε μισοκλείνοντας τα μάτια τον δίσκο και είπε δυο λέξεις: την προσφορά του. Η Φράνσι ήξερε ότι τα παζάρια απαγορεύο­ νταν. Κούνησε καταφατικά το κεφάλι της κι εκείνος άδειασε τη ζυγαριά από τα πράγματα και άφησε τη Φράνσι να περι

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=