Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν

Ε Ν Α Δ Ε Ν Τ Ρ Ο Μ Ε Γ Α Λ Ω Ν Ε Ι Σ Τ Ο Μ Π Ρ Ο Υ Κ Λ Ι Ν 23 ψωμί σικάλεως αλειμμένο με ανάλατο βούτυρο, ένα σταφι­ δόψωμο και ένα φλιτζάνι δυνατό ζεστό καφέ με ένα κουτα­ λάκι του γλυκού ζαχαρούχο γάλα στο πλάι. Οι Νόλαν είχαν μια ξεχωριστή αντίληψη για τον καφέ. Ήταν η μοναδική τους πολυτέλεια. Η μαμά έφτιαχνε κάθε πρωί μια γεμάτη κανάτα, που την ξαναζέσταινε για το μεσημεριανό και το βραδινό, και, όσο προχωρούσε η μέρα, ο καφές γινόταν πιο δυνατός. Είχε πάρα πολύ νερό και ελάχιστο καφέ, όμως η μαμά έβαζε μέσα έναν σβόλο κιχώριο, που έκανε τη γεύση πιο έντονη και πικρή. Ο καθένας δικαιούνταν τρία φλιτζάνια την ημέρα με γάλα . Πέρα από αυτά, μπορούσες να βάλεις ένα φλιτζάνι σκέτο καφέ όποτε το τραβούσε η όρεξή σου. Καμιά φορά, όταν δεν είχες τίποτε άλλο και έξω έβρεχε και ήσουν μόνος στο διαμέρισμα, ήταν ωραίο που ήξερες ότι είχες κάτι , κι ας ήταν μόνο ένα φλιτζάνι σκέτος και πικρός καφές. Άρεσε πολύ στον Νίλι και στη Φράνσι, αλλά σπανίως τον έπιναν. Σήμερα, όπως συνήθως, ο Νίλι άφησε σκέτο τον κα­ φέ του, άλειψε το ζαχαρούχο γάλα του στο ψωμί και το έφα­ γε. Ήπιε μια γουλιά, έτσι, τυπικά. Η μαμά έβαλε ένα φλι­ τζάνι καφέ στη Φράνσι ρίχνοντας μέσα το γάλα, κι ας ήξερε ότι το κορίτσι δεν θα τον έπινε. Στη Φράνσι άρεσε η μυρωδιά του καφέ και η ζεστή του αίσθηση. Καθώς έτρωγε το ψωμί και το ψάρι, είχε αγκαλιάσει με τη χούφτα της το φλιτζάνι απολαμβάνοντας τη ζεστασιά του. Κάπου κάπου έσκυβε πάνω από το γλυκόπικρο υγρό και έπαιρνε μια βαθιά εισπνοή. Ναι, ήταν πολύ καλύτερο από το να το πίνει. Μετά το φαγητό το πετούσε στον νεροχύτη. Η μαμά είχε δύο αδερφές, τη Σίσι και την Έβι, οι οποίες έρχονταν συχνά στο σπίτι. Κάθε φορά που έβλεπαν να πηγαί­ νει χαμένος ο καφές, τα έψελναν ένα χεράκι στη μαμά.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=