Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν

B E T T Y S M I T H 20 Γι’ αυτό μάλλον οι Εβραίοι κάνουν τόσα παιδιά, σκέφτηκε. Και γι’ αυτό οι γυναίκες τους κάθονται τόσο ήσυχες… και περιμένουν. Γι’ αυτό δεν ντρέπονται να κυκλοφορούν με τό­ σο μεγάλες κοιλιές. Νομίζει η καθεμία ότι θα φέρει στον κόσμο τον αληθινό Ιησού. Γι’ αυτό περπατούν τόσο καμαρω­ τές όταν είναι έγκυοι. Οι Ιρλανδές, πάλι, φαίνονται πάντα να ντρέπονται. Ξέρουν ότι ποτέ δεν θα φέρουν στον κόσμο έναν Ιησού. Θα γεννήσουν ακόμα έναν Ιρλανδό. Όταν μεγα­ λώσω και ξέρω ότι πρόκειται ν’ αποκτήσω παιδί, θα θυμάμαι να περπατώ καμαρωτά και αργά, κι ας μην είμαι Εβραία. Ήταν δώδεκα το μεσημέρι όταν έφτασε στο σπίτι της η Φράν­ σι. Λίγο μετά μπήκε μέσα η μαμά με τη σκούπα και τον κουβά της και τα βρόντηξε σε μια γωνία με αυτόν τον τελικό βρόντο που σήμαινε ότι δεν θα τα ξανάπιανε στα χέρια της μέχρι τη Δευτέρα. Η μαμά ήταν είκοσι εννιά χρονών. Είχε μαύρα μαλλιά και καστανά μάτια και ήταν γρήγορη στις δουλειές. Είχε και ωραία κορμοστασιά. Δούλευε θυρωρός και καθαρίστρια σε τρεις πολυκατοικίες της γειτονιάς. Ποιος θα το πίστευε ότι η μαμά σφουγγάριζε πατώματα για να θρέψει άλλα τρία στόματα; Ήταν τόσο όμορφη και μικροκαμωμένη και ζωηρή, πάντοτε ξεχείλιζε από ζωτικότητα και κέφι. Παρόλο που τα χέρια της ήταν κατακόκκινα και σκασμένα απ’ την ποτάσα, ήταν κα­ λοσχηματισμένα με όμορφα, καμπύλα, οβάλ νύχια. Όλοι έλεγαν πως ήταν κρίμα μια γυναίκα μικροκαμωμένη και όμορ­ φη σαν την Κέιτι Νόλαν να είναι υποχρεωμένη να σφουγγα­ ρίζει πατώματα. Αλλά τι άλλο μπορούσε να κάνει μ’ αυτόν τον άντρα που είχε πάρει; έλεγαν. Παραδέχονταν ότι, όπως κι αν το έβλεπε κανείς, ο Τζόνι Νόλαν ήταν ένας όμορφος, γοη

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=