Ένα αγόρι που το έλεγαν…

20 της για να με ηρεμήσει. «Εντάξει, μωρό μου, τελείωσε! Έλα να σε πάω στο δωμάτιό σου, να σου βάλω να φας και να ξεκουραστείς». Βγήκαμε από το ιατρείο και φτάσαμε σε μια μεγάλη δεντρόφυτη αυλή στρωμένη με χαλίκια. Γύρω γύρω υπήρχαν πολλά δωμάτια όπου έμε- ναν κι άλλα ορφανά αγόρια και κορίτσια. Κά- ποια μαζεύτηκαν να με προϋπαντήσουν, ενώ άλλα με κοίταζαν από μακριά κάπως αδιάφορα. «Φρόνιμα, φρόνιμα» τους παρακάλεσε η κυ- ρία Βικτορία. «Ο μικρός είναι κουρασμένος. Θα φάει, θα κοιμηθεί, κι αργότερα θα σας τον γνωρίσω». Ο γιατρός, που τόση ώρα μας συνόδευε, άνοιξε την πόρτα του δωματίου 21 κι έκανε νόημα στην κυρία Βικτορία να με βάλει μέσα. «Λοιπόν, 21, αυτό είναι το δωμάτιό σου! Καλωσόρισες στο Ίδρυμα» μου είπε χαλαρώ- νοντας τη φωνή του για πρώτη φορά από την ώρα που τον συνάντησα. Εγώ έπεσα με τα μούτρα στο φαγητό που με περίμενε στο δωμάτιο κι αποφάσισα να

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=