Ένα αγόρι που το έλεγαν…

14 καθώς με έπαιρνε από την αγκαλιά του, κλεί- νοντας τη βαριά μεταλλική πόρτα πίσω της. Αυτά μπορώ να θυμηθώ από εκείνη τη χει- μωνιάτικη μέρα που με έφεραν στο Ίδρυμα. Γιατί… ειλικρινά, συγχωρήστε με, δε θυμάμαι αν σας το είπα προηγουμένως, αλλά μένω σε ένα μέρος που λέγεται Ίδρυμα. Αυτό είναι σαν ένα μεγάλο σπίτι που φιλοξενεί αγόρια και κο- ρίτσια που δεν έχουν δική τους οικογένεια ή σπίτι, μέχρι μια μέρα να βρουν. «Λοιπόν, αγοράκι μου, αν είσαι φρόνιμος και ακούς την κυρία Βικτορία, όλα θα πάνε καλά! Θα δεις!» μου είπε γλυκά, καθώς με οδη- γούσε σε ένα δωμάτιο που αργότερα έμαθα ότι ήταν το ιατρείο. Αμέσως έτρεξα και κουλουριάστηκα σε μια γωνίτσα. Έμεινα εκεί φοβισμένος να τη ζυγί- ζω με τα μάτια ορθάνοιχτα και το κεφάλι σκυμμένο, ενώ ευχόμουν να μπορούσα να εί- μαι αόρατος. Βλέπετε, μέχρι τότε κανείς δε μου είχε μιλήσει ποτέ γλυκά, και ήμουν επιφυ- λακτικός.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=