Ένας διαφορετικός τυμπανιστής

W I L L I A M M E L V I N K E L L E Y 40 και άρχιζαν να γυρεύουν καταφύγιο και δουλειά. Ήξεραν ότι οι πιο πολλοί δεν θα σταματούσαν μόλις περνούσαν τα σύνορα, αλλά θα συνέχιζαν ώσπου να φτάσουν σ’ ένα μέρος όπου θα είχαν έστω και την ελάχιστη ευκαιρία να ζήσουν, ή να πεθάνουν, αξιοπρεπώς, γιατί οι άντρες είχαν δει φω- τογραφίες του σιδηροδρομικού σταθμού τίγκα στους μαύ- ρους, και στη Δημοσιά ανάμεσα στο Νιου Μαρσάιλς και στο Γουίλσον Σίτι είχαν δει τις ουρές των αμαξιών που ήταν γεμάτα νέγρους και κάμποσα μπαγκάζια για να τους πείσουν ότι εκείνοι δεν είχαν μπει σ’ όλον αυτόν τον κόπο απλώς για να μετακινηθούν καμιά εκατοστή μίλια. Και όλοι είχαν διαβάσει την ανακοίνωση του κυβερνήτη: «Δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας. Ποτέ δεν τους είχαμε ανάγκη, ποτέ δεν τους θέλαμε, και θα τα πάμε μια χαρά και δίχως αυτούς · ο Νότος θα τα πάει καλά και δίχως αυτούς. Μολο- νότι μειώθηκε κατά ένα τρίτο ο πληθυσμός, εμείς θα τα πάμε μια χαρά. Έχουν μείνει πάμπολλοι καλοί άνθρωποι». Ήθελαν όλοι να το πιστέψουν. Δεν είχαν ζήσει πολύ σ’ έναν κόσμο δίχως μαύρα πρόσωπα, κι έτσι τίποτα δεν είχαν για σίγουρο, αλλά έλπιζαν ότι όλα θα πήγαιναν καλά, προ- σπαθούσαν να πείσουν τον εαυτό τους ότι το ζήτημα είχε τελειώσει, αν και διαισθάνονταν ότι για κείνους μόλις άρ- χιζε. Αν και ήταν παρόντες στην αρχή του, είχαν μείνει πίσω από την υπόλοιπη Πολιτεία, γιατί δεν είχαν βιώσει ακόμη τον θυμό και την πικρή αγανάκτηση για τα οποία διάβαζαν στις εφημερίδες, δεν είχαν προσπαθήσει να αποτρέψουν των νέγρων το φευγιό, όπως είχαν κάνει άλλοι λευκοί άντρες σε άλλες πόλεις, πιστεύοντας ότι είχαν το δικαίωμα ν’ αρ-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=