Ελισάβετ Μουτζάν - Μαρτινέγκου

ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ 37 από την κεφαλήν μου. Εγώ έδεσα τα χέρια μου, και στο- χαζόμενη πως η ευχή εκείνη ήτον διά να μου κάμη κα- λόν εις εκείνο το βάσανον οπού είχα πλησίον εις το μάτι μου, χωρίς να καταλάβω τίποτα την ακροάσθηκα με ευ- λάβειαν. Αφ’ ου δε την ετελείωσε, καθίζει, πέρνει έναν οκτώηχον, τον ανοίγει, και κράζωντάς με σιμά του αρχι- νάει να μου καππακίζη∙ «Τας εσπερινάς ημών ευχάς», κ.τ.λ. Μου τα εκαππάκισε δυο τρεις φοραίς και χωρίς να με βιάση να το μάθω εκείνην την ώραν, μου το απαράτη- σε διά να το μάθω μοναχή μου έως την άλλην ημέραν. Την ερχομένην αυγήν βλέπουσα πως ήτον αδύνατον να το μάθω μοναχή μου, πέρνω το βιβλίον, πηγαίνω εις την κάμεραν της μάμμης μου, την περικαλώ να μου το μάθη∙ αυτή οπού ήξευρε εκ στήθους ένα καλόν μέρος από το οκτώηχον, δέχεται μετά χαράς την δέησίν μου και εις καιρόν οπού έκαμνε μέσα εις την κάμεράν της ταις υπη- ρεσίαις της, μου το εκαππάκισε και εγώ το έμαθα. Όταν λοιπόν ήλθεν ο Διδάσκαλος είδε πως ήξευρα το μάθημά μου και μου έβαλεν άλλο. Την αυγήν εγώ επήγα παρο- μοίως εις την μάμμην μου και μου το έμαθε, και τοιού- της λογής, έως οπού απαράτησα το οκτώηχον, ηκολού- θησα να κάμνω το ίδιον... .................................................................................

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=