Έλιοτ και Ιζαμπέλα 1: Περιπέτεια στο ποτάμι

15 ανάστατοι, κουβαλώντας μεγάλα άσπρα σακιά. Α, ναι, είναι σακιά με άμμο. Φτιάχνουν μ’ αυτά φράχτες, για να μην πλημμυρίσει το ποτάμι την πόλη. Εγώ δεν κινδυνεύω, σκέφτεται ο Έλιοτ και τρυπώνει βιαστικά στο μαγαζί της σοκολάτας. «Καλύτερα» μουρμουρίζει «να τσιμπήσω ένα απ’ αυτά τα μεγάλα κουτιά με τις πραλίνες… Χμ, να, αυτό με άρωμα Grand Marnier. Σοκολατάκια εκλεκτά – αυτά θα πάρω!». Με προσοχή κουβαλάει το κουτί του ως την πίσω πόρτα. Μα… τι γίνεται εδώ; Το δρομάκι είναι γεμάτο νερό! Ο Έλιοτ στέκεται στο κατώφλι αμήχανος, δεν ξέρει τι να κάνει. Ξάφνου ακούει δυνατή βοή. Η βοή πλησιάζει. Οχ, όχι! Ένα πελώριο κύμα πλημμυρίζει το στενό! Ο Έλιοτ κάνει να ξαναμπεί στο μαγαζί, μα ο θυμωμένος μαγαζάτορας του κλείνει τον δρόμο. Και το κύμα ορμάει και παρασύρει τον Έλιοτ. Το μικρό ποντίκι χτυπάει χέρια και πόδια για να κρατηθεί στον αφρό, να μην πνιγεί μέσα στο ορμητικό άγριο νερό. «Βοήθεια!» φωνάζει μ’ απελπισία.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=