Έλα να με βρεις

Ε Λ Α Ν Α Μ Ε Β Ρ Ε Ι Σ 19 «Δεν νομίζω ότι είναι επιφυλακτικός με τους άλλους. Αλλά νομίζω ότι δεν είναι πολύ χαρούμενος». «Ξέρω πώς νιώθει». «Υπάρχει κάποιος στη δική σου ζωή;» «Αχ και να ’ξερες». « Τι; » ρώτησα. Η λέξη ξεπήδησε από μέσα μου σαν ένας αναστεναγμός έκπληξης και θλίψης. Τι να εννοούσε – ότι δεν υπήρχε κανείς στη ζωή της ή ότι υπήρχαν υπερβολικά πολλοί, ή μήπως ότι ο άντρας της ζωής της την είχε παρατήσει αφή- νοντάς την απελπισμένη δίχως τίποτα, πέρα από μια ανάγκη να ξεσπάσει την οργή της πάνω στον εαυτό της ή πάνω σε μια αλληλουχία μορφονιών; Ή μήπως οι άνθρωποι απλώς έρχονταν κι έφευγαν, έρχονταν κι έφευγαν, το ίδιο όπως φο- βόμουν ότι συνέβαινε και στον γιο μου – ή πάλι, αντιστρόφως, να ήταν εκείνη που γλιστρούσε μέσα κι έξω απ’ τις ζωές των άλλων, δίχως ν’ αφήνει ούτε ίχνος ούτε ενθύμιο; «Δεν ξέρω καν αν μου αρέσουν οι άνθρωποι, πόσο μάλλον να τους ερωτεύομαι κιόλας». Μπορούσα να διακρίνω το ίδιο χαρακτηριστικό και στους δυο τους: την ίδια πικραμένη, αδιάφορη, τραυματισμένη καρδιά. «Άραγε να είναι το ότι δεν συμπαθείς τους ανθρώπους ή ότι απλώς σε κουράζουν και δεν μπορείς να θυμηθείς με τί- ποτα τον λόγο που σου είχαν φανεί ενδιαφέροντες στην αρχή;» Ξαφνικά έμεινε σιωπηλή, δείχνοντας εντελώς ξαφνιασμέ- νη, δίχως να αρθρώνει κουβέντα. Τα μάτια της έπεσαν κα- τευθείαν πάνω μου. Άραγε να την είχα προσβάλει ξανά; «Πώς το κατάλαβες αυτό;» με ρώτησε τελικά. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που την έβλεπα να σοβαρεύεται και να δείχνει τσαντι-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=