Εφτά χρόνια σκοτάδι

Y O U - J E O N G J E O N G 34 Από τότε που βρέθηκα μπροστά στα φλας των φωτογραφικών μηχανών όταν ήμουν έντεκα χρονών, τίποτα δεν με αναστάτωνε. Αφότου αφέθηκα ελεύθερος από το κέντρο κράτησης ανηλίκων, δεν νευρίαζα πια. Ακόμα κι αν κάποιος εξέφραζε θετικά συναι- σθήματα απέναντί μου, δεν είχα προσδοκίες για τη μεταξύ μας σχέση. Έτσι σε όποια κατάσταση κι αν βρισκόμουν, δεν αισθα- νόμουν αμηχανία. Γνώριζα καλά ότι όταν τρόμαζα, κανονικά θα έπρεπε να νιώθω αναστάτωση, ότι η υγιής αντίδραση, αν κάποιος με προσέβαλε, ήταν να οργιστώ. Αν κάποιος μου έδειχνε θετικά συναισθήματα, θα ήταν ανθρώπινο να τα ανταποδώσω. Τα παι- διά της ηλικίας μου ζούσαν έτσι συνήθως. Ο κύριος Αν μού έλεγε ότι έτσι έπρεπε να ζω κι εγώ. Εγώ αυτό το «έτσι» του έλεγα να το αφαιρέσει από εκείνη την πρόταση. Έπρεπε κι εγώ να επιβιώσω. Για να το κάνω αυτό, δεν έπρε- πε να σοκάρομαι, να οργίζομαι, να αισθάνομαι ντροπή, να ρίχνω τις άμυνές μου. Έπρεπε να πάρω τα δεδουλευμένα μου ακόμα κι αν έπρεπε να σταθώ στην είσοδο σαν επαίτης και να περιμέ- νω αρκετές ώρες. Αυτή ήταν η δύναμή μου για να επιβιώσω σε αυτό τον κόσμο. Όχι, μάλλον ήταν το μυστικό για να μην αυτο- κτονήσω. Μετά από αναμονή δύο ωρών έλαβα τα χρήματά μου. Ένιω- σα την ίδια στιγμή μια ξαφνική πείνα. Έριξα μια ματιά στη βιτρίνα του μίνι μάρκετ. Αγόρασα κάτι να φάω με τα χρήματα που πήρα: Χάμπουργκερ, κεμπάπ, χοτ ντογκ, σάντουιτς, ένα έτοιμο γεύμα... Όταν συγκεντρώθηκε το φαγητό πάνω στον πά- γκο του ταμείου, συνειδητοποίησα ότι η ποσότητα έφτανε να φάει μια ομάδα αστέγων του σταθμού Σεούλ. Πέταξα τα λεφτά στον ιδιοκτήτη. Η κίνηση στην αποβάθρα του λιμανιού ήταν ασυνήθιστα χα- λαρή. Κάθισα σε μια απομονωμένη γωνιά και έφαγα μόνος μου όλα όσα είχα αγοράσει. Τις μπουκιές που έβγαιναν από το

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=