Εφτά χρόνια σκοτάδι

Ε Φ Τ Α Χ Ρ Ο Ν Ι Α Σ Κ Ο Τ Α Δ Ι 33 μπορούσα να συναντήσω κανενός το βλέμμα. Ήταν το απόλυτο τείχος του κόσμου πίσω από το οποίο δεν ακούγονταν οι φωνές κανενός. Το τελευταίο σχολείο στο οποίο φοίτησα ήταν στο Σοκ-τσο. Όταν έφτασα στην τάξη, το μαγκαζίνο της Κυριακής με περίμε- νε πάνω στο θρανίο. Τα παιδιά με παρακολουθούσαν χωρίς να πουν λέξη. Υπάρχουν πράγματα στον κόσμο που δεν μπορεί κανείς πο- τέ του να συνηθίσει. Ο εξοστρακισμός και οι σκόπιμες προκλή- σεις για καβγά, το να σε χτυπούν ομαδικά και εσύ να μην αντιστέκεσαι. Ακόμα και το να περπατάς στην απόλυτη σιωπή ανήκει στην ίδια κατηγορία. Καθώς έβγαινα από την αίθουσα, το σώμα μου τυλιγόταν σε μια μπλε φλόγα. Ήταν μια ψυχρή και επίμονη φλόγα. Με έκαιγε αδιάκοπα καθώς διέσχιζα το προαύ- λιο του σχολείου, έβγαινα από την πύλη του σχολείου και κα- τευθυνόμουν στο μίνι μάρκετ της γειτονιάς όπου είχα βρει δου- λειά μερικής απασχόλησης. Ο ιδιοκτήτης του μίνι μάρκετ ήταν μόνος του. Οι πελάτες μπαινόβγαιναν και στον πάγκο βρισκόταν φωτοτυπημένο το μαγκαζίνο της Κυριακής. Του ζήτησα την αμοιβή μου για τον ένα μήνα που είχα εργαστεί εκεί. Ο ιδιοκτήτης, χτυπώντας τον κωδικό του πακεταρισμένου γεύματος που είχαν φέρει στο ταμείο οι πελάτες, μου ζήτησε να περιμένω λίγο. Περίμενα. Μισή ώρα, μια ώρα... Εκείνη την ημέρα, οι πελάτες ήταν ασυνή- θιστα πιο πολλοί. Ο ιδιοκτήτης παραπονέθηκε ότι βρισκόμουν στη μέση και εμπόδιζα την ελεύθερη κίνηση των πελατών. Κατά τη διάρκεια της αναμονής χρειάστηκε να μετακινηθώ αρκετές φορές: από μπροστά από τον πάγκο μέχρι την πίσω πόρτα, από την πίσω πόρτα μέχρι μπροστά στην πόρτα της αποθήκης, και ξανά μέχρι την μπροστινή πόρτα. Δεν αισθάνθηκα προσβεβλη- μένος. Ούτε το πρόσωπό μου κοκκίνισε.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=