Εφιάλτης στην Αριζόνα

Ε Φ Ι Α Λ Τ Η Σ Σ Τ Η Ν Α Ρ Ι Ζ Ο Ν Α 15 ξεφυσούσαν ικανοποιημένα. Η Όντρα στερέωσε το μπουκάλι της κόκα κόλα ανάμεσα στα μπούτια της για να ξεβιδώσει το καπάκι κι ύστερα ήπιε μια μεγάλη γουλιά, το κρύο ανθρακικό έκαψε τη γλώσσα και το λαρύγγι της. Ο Σον και η Λουίζ χαχά- νισαν όταν ρεύτηκε, κι εκείνη γύρισε και τους χαμογέλασε. «Καλό, μαμά» είπε ο Σον. «Ναι, καλό ήταν» είπε η Λουίζ. «Σκοπός μας, η ευχαρίστησή σας» είπε η Όντρα, κοιτάζοντας ξανά τον δρόμο μπροστά τους. Η πόλη δεν φαινόταν ακόμη πουθενά. Οχτώ χιλιόμετρα είχε πει η γυναίκα και η Όντρα είχε μετρήσει ήδη δύο χιλιομετρικούς δείκτες, άρα είχαν λίγο ακόμα. Αλλά όχι πολύ. Η Όντρα φαντα- ζόταν ένα μοτέλ, ένα ωραίο καθαρό μοτέλ, με ντους –Θεέ μου, ένα ντους– ή ακόμα καλύτερα με μπανιέρα. Ενέδωσε στη φα- ντασίωση ενός μοτέλ με καλωδιακή τηλεόραση, όπου θα άφηνε τα παιδιά να βλέπουν κινούμενα σχέδια ενώ εκείνη θα μούλια- ζε σε μια μπανιέρα γεμάτη ζεστό νερό και φυσαλίδες, ξεπλένο- ντας όλη τη βρόμα και τον ιδρώτα και το βάρος από πάνω της. Άλλος ένας δείκτης και είπε: «Φτάνουμε, τρία τέσσερα χι- λιόμετρα ακόμα, εντάξει;». «Ωραία» είπε ο Σον. Η Λουίζ σήκωσε ψηλά τα χέρια και είπε σιγανά: «Ναι!». Η Όντρα χαμογέλασε ξανά, νιώθοντας ήδη το νερό στο δέρ- μα της. Τότε το βλέμμα της έπεσε στον καθρέφτη και είδε το περι- πολικό του σερίφη πίσω τους.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=