Δυο στόματα

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΔΗΜΟΚΑ 18 | η ιδιωτική αστυνομία, που περιφρουρούσε κοντινές πρε­ σβείες και μεγάλα ξενοδοχεία. Το κάτασπρο κανίς τον οσμίστηκε και γρύλιζε ανυπό­ μονα, καθώς η μάνα του γύριζε το κλειδί στην πόρτα του διαμερίσματος. «Τίλντα, έλα να τη μαζέψεις! Είμαστε φορ­ τωμένοι». Η δεκατετράχρονη αδερφή του Στέφαν όρμησε σαν σίφουνας στο καθιστικό και άρπαξε το σκυλί που η ίδια είχε βαφτίσει με το ηλίθιο όνομα Βανίλια. «Σε είδε από το μπαλκόνι και δεν την έκανα καλά. Ξέρεις πώς τρελαί­ νεται για σένα! Της φόρεσα καινούριο κολάρο, να, κοίτα, σ’ αρέσει; Θα βάλεις γυαλιά τελικά; Θες να σε βοηθήσω να τα διαλέξεις; Αχ, μπράβο, φέρατε γλυκά! Τι είναι;» Ο Στέφαν όμως αντί για απάντηση –σε τι να πρωτοα­ παντήσει, άλλωστε, από τον χείμαρρό της;– την προσπέ­ ρασε και μπήκε στην κουζίνα να αφήσει τα ψώνια. Ξοπί­ σω του η πάντα φλύαρη Ματίλντα με το σκυλί παραμά­ σχαλα να γαβγίζει σαν τρελό, διεκδικώντας και αυτό την προσοχή του. Κι ύστερα κάποιοι λένε ότι το σπίτι είναι καταφύγιο. Όποιος το σκέφτηκε θα ζούσε μόνος του, φαίνεται. «Κοίτα, πάω μέσα. Θέλω να δω τα μέιλ μου. Όπου να ’ναι θα βγάλει το σχολείο τα ονόματα. Τα λέμε μετά, μη μουτρώνεις, ΟΚ;» Και τράβηξε για το δωμάτιό του. Η κιθάρα κρεμόταν ακόμη στην πλάτη του σαν άσφαιρο όπλο φιλήσυχου στρατιώτη. Η Καρολίν, για να παρηγορήσει την κόρη της, έκατσε

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=