Δυο καλοκαίρια και μισό φθινόπωρο

12 ΑΝΝΑ ΔΑΜΙΑΝΙΔΗ σταν καν, ανεπαίσθητη ικανοποίηση ήταν, μια θέση στην ιεραρχία που είχε έρθει ο καιρός να καταλάβουμε, μια απλή επετηρίδα. Για τις πολύ λεπτομερείς εκμυστηρεύσεις προτιμούσαμε τα παγκάκια, να χωράμε τρεις τέσσερις στριμωγμένες και να μπορούμε να αναλύουμε τα υπέρ και τα κατά των διά- φορων φάσεων, στάσεων και εισδοχών λεπτομερώς, συνο- δεία αγγιγμάτων από τα αθώα μπράτσα μας μεταξύ τους. Συχνά ανατρίχιαζα με αυτές τις διηγήσεις και ένιωθα την ανάγκη να πιάσω από τους ώμους τη Δάφνη, τη Μαργαρί- τα ή τη Λυδία μας την πεντάμορφη, που ήταν η πιο οργα- νωμένη και μελετημένη σεξουαλικά, να ζουλήξω την τα- ραχή μου ανάμεσα στα πανομοιότυπα μανίκια μας της μπλε σκούρας ποδιάς. Εκείνες άρχιζαν τις προτροπές. Γιατί δεν δοκίμαζα το παλικάρι που μου είχαν βρει στο προηγούμενο πάρτι; Δεν μου άρεσε, έλεγα για πεντηκοστή φορά. Αν ο Χάρης είχε ασχοληθεί μαζί μου λιγουλάκι, πίστευα, θα είχα ξεμπερδέψει με αυτή την αναπηρία. Αλλά εκείνος δεν εννοούσε να με δει σαν γυναίκα, κι εγώ αργούσα να το πάρω απόφαση. Ίσως να έβρισκα τρόπο να τον συγκινήσω αν γινόμουν κάπως αλλιώς από αυτό που ήμουν. Κάπως που θα με πρόσεχε, θα γύριζε προς το μέρος μου, θα με ανακάλυπτε. Πώς ήταν αυτό το «κάπως»; Έφταιγε το μεγά- λο στήθος, αυτό θα τον απωθούσε. Δεν πίστευα όσους έλε- γαν ότι τους άρεσε ακριβώς το πληθωρικό του μέγεθος, ήμουν σίγουρη ότι βρισκόμουν εκτός προδιαγραφών. Αν

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=