Δυο καλοκαίρια και μισό φθινόπωρο

16 ΑΝΝΑ ΔΑΜΙΑΝΙΔΗ περισσότερο κοντά στο πρότυπο της Φρανσουάζ Αρντί και της Τουίγκι, είχε μάλιστα ακριβώς τα ίδια ίσια μαλλιά, τα καστανόξανθα πράσα που έπεφταν πειθαρχημένα από τον νόμο της βαρύτητας στους ώμους της και ακολουθούσαν την κλίση του κεφαλιού της όταν το έγερνε χαριτωμένα από τη μια και από την άλλη και δεν αναπτύσσονταν σε αναρχικούς φουντωμένους όγκους, σαν τα δικά μου. «Τι δουλειά κάνει ο πατέρας της;» είχε ρωτήσει όταν με είχε καλέσει πρώτη φορά σε πάρτι, στο Δημοτικό. «Δικηγό- ρος; Α, μάλιστα…» Εκεί κλονίστηκε λίγο. «Καλό επάγγελμα η δικηγορία. Πού μένουν; Εξάρχεια; Μου κάνει εντύπωση να έρχονται στο σχολείο σου παιδιά των Εξαρχείων. Νόμιζα ότι έχει κάποιο επίπεδο. Και πληρώνει ένα σωρό λεφτά ο πατέρας σου!» «Κι αυτή η Μαργαρίτα τι κακάσχημη που έγινε!» έλεγε αργότερα, όταν πια τις είχε όλες γνωρίσει και τις παρακο- λουθούσε. «Έχει πρόσωπο ποντικίσιο και τα μαλλιά της πάντα μέσα στη λίγδα! Γιατί την έχετε μαζί σας; Δεν μπο- ρείτε να φτιάχνετε ένα σύνολο πιο αρμονικό; Επίτηδες έρ- χεται στην παρέα σας, για να κρύβει την ασχήμια της». Είχαμε όμως και την όμορφη στην παρέα μας, τη Λυδία, αλλά ούτε αυτή της άρεσε. «Γιατί περπατάει και κουνιέται έτσι, μικρό κορίτσι; Γιατί φοράει μίνι; Μήπως βάφει τα μαλ- λιά της; Κανονικά, στην ηλικία της το ξανθό χρώμα υπο- χωρεί. Σίγουρα θα τα βάφει. Το ξέρουν αυτό οι καθηγητές σας; Προκαλεί τους άντρες! Όλοι μαζί της θα ασχολούνται

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=