Δράκουλας

ΔΡΑΚΟΥΛΑΣ | 23 γραφικές φορεσιές, στους οποίους ωστόσο αναγνώριζα με ανησυ­ χητική συχνότητα τα σημάδια της βρογχοκήλης. Στα πλαϊνά του δρόμου υπήρχαν πολλοί σταυροί, και καθώς τους προσπερνούσα­ με βιαστικά οι συνταξιδιώτες μου όλοι σταυροκοπιόνταν. Αραιά και πού βλέπαμε κανέναν χωρικό ή χωρική γονατισμένο μπροστά σ’ ένα προσκυνητάρι, όμως δεν γύριζαν καν να μας κοιτάξουν καθώς τους πλησιάζαμε, απόλυτα παραδομένοι στην προσευχή τους, δίχως αυτιά και μάτια για τον έξω κόσμο. Πολλά πράγματα ήταν πρωτό­ γνωρα για μένα, όπως οι θημωνιές στα δέντρα και οι θεσπέσιες συστάδες από σημύδες, που τα λευκά κλαδιά τους έλαμπαν σαν ασήμι ανάμεσα στις απαλές πράσινες φυλλωσιές. Πότε πότε αφή­ ναμε πίσω μας κάποιον αραμπά – το γνωστό φορτηγό αμάξι των αγροτών, με τη μακριά, φιδίσια ραχοκοκαλιά του σχεδιασμένη για να αντέχει στους κακοτράχαλους δρόμους. Πάνω τους έβλεπες πά­ ντα παρέες από χωρικούς που επέστρεφαν στα σπίτια τους, τους Τσέχους με τις λευκές φορεσιές τους και τους Σλοβάκους με τις χρωματιστές προβιές τους, να βαστάνε σαν δόρατα τις μακριές μα­ γκούρες τους, οι οποίες στην άκρη τους είχαν τσεκούρια. Καθώς νύχτωνε, άρχισε να κάνει πολύ κρύο και το σύθαμπο έμοιαζε να σκεπάζει με μια μουντή αχλή τους βαριούς ίσκιους που έριχναν τα δέντρα, βελανιδιές, οξιές και πεύκα, ενώ στις κοιλάδες που απλώ­ νονταν βαθιά ανάμεσα στους αυχένες των λόφων ξεχώριζαν, όπως σκαρφαλώναμε στο Πέρασμα, στητές οι σκούρες φιγούρες των ελάτων με φόντο τα τελευταία χιόνια. Μερικές φορές, καθώς o δρόμος περνούσε μέσα από πευκοδάση που μες στη σκοτεινιά φαί­ νονταν σαν να έγερναν απειλητικά από πάνω μας, πελώριες γκρι­ ζωπές σκιές γλιστρούσαν ανάμεσα στα δέντρα, δημιουργώντας μιαν αλλόκοτη, ζοφερή ατμόσφαιρα, που ξαναζωντάνευε τα δυσοίωνα παιχνίδια του μυαλού νωρίτερα το απόγευμα, όταν το δειλινό σμίλευε παράξενες μορφές στα σύννεφα που έμοιαζαν να στοιχειώνουν

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=