DNA (pocket)

[ 28 ] ματιά. Όταν γυρίσω, δεν θα χρειάζεται να ανησυχούμε πια, και μπο­ ρούμε να πέσουμε ξανά για ύπνο. Σύμφωνοι;» Η Μαργκρέτ γνέφει. Σηκώνει το πάπλωμα της μητέρας της και σκεπάζει τα μάτια της. Αποκάτω, μουρμουρίζει: «Να προσέχεις. Δεν είναι καλός άνθρωπος». Οι λέξεις της αντηχούν στα αυτιά της Ελίσα καθώς βγαίνει στον διάδρομο, κάνοντας μια προσπάθεια να μη δείξει την ανησυχία της, σίγουρη ότι δεν υπάρχει κανένας ανεπιθύμητος επισκέπτης. Όμως η Μαργκρέτ έχει σπείρει τον σπόρο της αμφιβολίας στο μυαλό της. Αχ, γιατί αυτό δεν συνέβη το προηγούμενο βράδυ, που ο Σιγκβάλντι ήταν σπίτι; Ζητάει πολλά; Η Ελίσα αγκαλιάζει τον εαυτό της για να προστατευτεί από το κρύο, αλλά χωρίς όφελος. Όταν ανάβει τοφως, η δυνατή λάμψη την τυφλώνει προς στιγμήν. Η πόρτα του δωματίου των παιδιών βγάζει ένα αμυδρό τρίξιμο καθώς η Ελίσα κοιτάζει μέσα στο δωμάτιο για να σιγουρευτεί ότι κοιμούνται γαλήνια. Είναι ξαπλωμέναστις κουκέτες τους με ταμάτια κλειστά και τα στόματα μισάνοιχτα. Κλείνει την πόρτα αθόρυβα πίσω της. Ούτε στο μπάνιο υπάρχει κάποιος. Στο δωμάτιο της Μαρκγκρέτ το βλέμμα της συναντάει μια σειρά από κούκλες και αρκουδάκια παρατεταγμένασε έναράφι.Ταμάτια τους μοιάζουν ναακολουθούν τα δικά της καθώς κλείνει και πάλι βιαστικά την πόρτα. Αναρωτιέται αν αυτή η παράταξη εξηγεί τους εφιάλτες της Μαργκρέτ. Προσωπι­ κά, αν ξυπνούσε μες στη νύχτα, δεν θα ήθελε να αντιμετωπίσει αυτά τα ψυχρά βλέμματα. Μες στο σκοτάδι, ένας τόνος μοχθηρίας μοιά­ ζει να κρύβεται πίσω από τη χουχουλιάρικη φύση τους. Μπορεί να άξιζε να ταμετακινήσει γιαναδει αναυτόθαβοηθούσε τηΜαργκρέτ να κάνει καλύτερο ύπνο. Θα το κάνει το βράδυ, μετά τη δουλειά.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=