Δείτε μας που χορεύουμε
L E Ϊ L A S L I M A N I 18 ον, κάτι που υποχρέωνε τα άλλα του είδους του να το σέ- βονται. «Ποιος ξέρει πώς ζουν τα κοτσύφια» σκέφτηκε η Ματίλντ. Άκουσε τον θόρυβο ενός κινητήρα και τις ομιλίες των εργατών. Στο μονοπάτι που οδηγούσε στον κήπο εμφανί- στηκε ένα τεράστιο κίτρινο τέρας. Πρώτα είδε τον μεταλλι- κό βραχίονα και, στην άκρη αυτού του βραχίονα, το γιγάντιο μηχανικό φτυάρι. Το μηχάνημα ήταν τόσο φαρδύ που δυ- σκολευόταν να περάσει ανάμεσα από τις σειρές των ελαιό- δεντρων και οι εργάτες έδιναν οδηγίες φωνάζοντας στον οδηγό του εκσκαφέα που έσπαζε κλαδιά στο πέρασμά του. Εντέλει, το μηχάνημα στάθμευσε και η ηρεμία επανήλθε. Αυτός ο κήπος ήταν η φωλιά της, το καταφύγιό της, το καμάρι της. Είχε παίξει εκεί με τα παιδιά της. Είχαν ρίξει μεσημεριανούς ύπνους κάτω από την κλαίουσα και είχαν κάνει πικνίκ στη σκιά του βραζιλιάνικου φίκου. Τους είχε μάθει πώς να ξετρυπώνουν τα ζώα που κρύβονταν μέσα στα δέντρα και στους θάμνους. Την κουκουβάγια και τις νυχτερίδες, τους χαμαιλέοντες που τους έκλειναν σε χαρ- τονένια κουτιά και τους άφηναν μερικές φορές να ψοφή- σουν κάτω από το κρεβάτι τους. Και όταν τα παιδιά της μεγάλωσαν, όταν βαρέθηκαν τα παιχνίδια και τη στοργή της, εκείνη ερχόταν εδώ για να ξεχάσει τη μοναξιά της. Είχε φυτέψει, κλαδέψει, σπείρει, μεταφυτέψει. Είχε μάθει να αναγνωρίζει την κάθε ώρα της ημέρας, το κελάηδημα των πουλιών. Πώς θα μπορούσε τώρα να συλλάβει το χάος και την καταστροφή; Να ευχηθεί τον αφανισμό όσων είχε αγαπήσει;
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=