Δείτε μας που χορεύουμε
L E Ϊ L A S L I M A N I 28 αγορά. Που αρνούνταν να υποκύψουν στα παρακάλια των ζητιάνων «γιατί είναι σαν να ταΐζεις το σκυλί κάτω από το τραπέζι. Συνηθίζουν και χάνουν την ελάχιστη διάθεση που έχουν να αγωνιστούν και να δουλέψουν». Απ’ τη με- ριά τους, οι Γάλλοι δεν θα τολμούσαν ποτέ να πουν ότι ήταν θλιβερή αυτή η τάση του λαού να ζητιανεύει και να παραπονιέται. Δεν θα τολμούσαν ποτέ να κατηγορήσουν, όπως οι Μαροκινοί, τις υπηρέτριες για ατιμία, τους κη- πουρούς για τεμπελιά, τον φτωχό λαό για υπανάπτυξη. Και γελούσαν, λίγο πιο δυνατά απ’ όσο έπρεπε, όταν οι Μαροκινοί φίλοι τους έλεγαν πως δεν υπήρχε ελπίδα να χτίσουν κάποτε μια σύγχρονη χώρα με τέτοιο αναλφάβη- το πληθυσμό. Αυτοί οι Μαροκινοί, κατά βάθος, ήταν ολόιδιοι μ’ εκείνους. Μιλούσαν την ίδια γλώσσα, έβλεπαν τον κόσμο με τον ίδιο τρόπο και ήταν δύσκολο να πιστέ- ψει κανείς ότι είχε υπάρξει εποχή που δεν ανήκαν στο ίδιο στρατόπεδο και αντιμετώπιζαν ο ένας τον άλλον ως εχθρό. Αρχικά ο Αμίν ήταν επιφυλακτικός. «Έκαναν κωλοτού- μπα» έλεγε στη Ματίλντ. «Παλιά ήμουν ο βρομο-Άραβας, ο αράπης, και τώρα κύριε Μπελχάζ, αποδώ, κύριε Μπελ- χάζ, αποκεί». Ένα βράδυ, στη διάρκεια μιας χοροεσπερί- δας στη χασιέντα, η Ματίλντ κατάλαβε ότι είχε δίκιο. Η Μονίκ, η γυναίκα του κομμωτή τα είχε πιει και στη μέση μιας συζήτησης ξεστόμισε τη λέξη «αράπακλας». Έφερε τα χέρια μπροστά στο στόμα της σαν να ήθελε να ξαναβά- λει πίσω την καταραμένη λέξη και έβγαλε ένα μακρόσυρτο «ωχ» με τα μάτια γουρλωτά και τα μάγουλα κατακόκκινα.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=