Ο αχός της εποχής
Ο Α Χ Ο Σ Τ Η Σ Ε Π Ο Χ Η Σ 17 πάζουν το ασταθές παίξιμο ενός φαγκοτίστα και το παραλή ρημα κρουστών και χάλκινων κάτω από το κυβερνητικό θεω ρείο με την ατσάλινη επένδυση. Ένας θόρυβος του πραγματικού κόσμου διέκοψε όλους αυ τούς μέσα στο μυαλό του: ο αιφνίδιος βόμβος και το γρύλισμα του μηχανισμού του ανελκυστήρα. Το πόδι του τινάχτηκε, ρίχνοντας κάτω το βαλιτσάκι που ακουμπούσε στην κνήμη του. Περίμενε άδειος ξαφνικά από αναμνήσεις και γεμάτος μόνο φόβο. Τότε ο ανελκυστήρας στάθηκε σε κάποιον από τους κάτω ορόφους και οι πνευματικές ικανότητές του επα νήλθαν. Σήκωσε το βαλιτσάκι του και το περιεχόμενό του μετατοπίστηκε ελαφρά, κάτι που έκανε τον νου του να πε τάξει στην ιστορία με την πιτζάμα του Προκόφιεφ. Όχι, δεν ήταν σαν την κρεατόμυγα. Μάλλον σαν εκείνα τα κουνούπια στην Ανάπα, που κάθονταν και ρουφούσαν αίμα από οπουδήποτε. Νόμιζε πως θα στεκόταν εδώ και θα είχε τον έλεγχο του μυα λού του. Φαινόταν όμως ότι τη νύχτα μόνο αυτό που είχε τον πλήρη έλεγχο ήταν το μυαλό του. Το πεπρωμένον φυγείν αδύνατον, μας διαβεβαίωσε ο ποιητής. Και το μυαλό φυγείν αδύνατον. Θυμήθηκε τους πόνους εκείνη τη βραδιά πριν του αφαιρέ σουν τη σκωληκοειδίτιδα. Τις είκοσι δύο φορές που είχε κά νει εμετό, το υβρεολόγιο με το οποίο περιέλουσε τη νοσοκό μα και μετά τις ικεσίες σε έναν φίλο να φέρει τον πολιτοφύ λακα να τον σκοτώσει για να γλιτώσει από τον πόνο. Φέρ’ τον
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=