Ατελείωτος δρόμος

Α Τ Ε Λ Ε Ι Ω Τ Ο Σ Δ Ρ Ο Μ Ο Σ 28 κάθε τόσο πολλές μαζί, ρίχνοντάς τες σε γραμματοκιβώτια που έμοιαζαν εντελώς εγκατελειμμένα, από τη στιγμή που είχαμε πει αντίο στον σιδηροδρομικό σταθμό της Ντέβα– και επιβιβάστηκα γεμάτος έξαψη στο ατμόπλοιο του Δούναβη. Ξεκινήσαμε κάτω από το πηγαινέλα των πετροχελίδονων. Ύστερα από λίγο τα βουνά ορ- θώνονταν απότομα δεξιά κι αριστερά, σχηματίζοντας γκρεμούς, και πλησίαζαν όλο και περισσότερο για να σχηματίσουν το φιδωτό φαράγγι των Σιδηρών Πυλών. Το ποτάμι ξαφνικά φούσκωνε και κόχλαζε σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Η σειρήνα του πλοίου μας αντή- χησε δυνατά στο εντυπωσιακό πέρασμα. Έπειτα από μερικά μίλια τα βουνά χαμήλωσαν και ο Δούναβης απλώθηκε βρίσκοντας το κανονικό του πλάτος. Στη ρουμάνικη όχθη, μετά τη μεγάλη πόλη Τούρνου Σεβερίν –ο Πύργος του Σεβήρου, όπου ο Αυτοκράτορας νίκησε τους Κουάντι και τους Μαρκομάνους–, φάνηκε η επίπεδη πεδιάδα της Ολτένια, με καλαμιές συχνά στις άκρες της, και βάλ- τους που έμοιαζαν βουτηγμένοι στο πένθος και στη μαλάρια, για να εξαφανιστεί σιγά σιγά στο βάθος του ορίζοντα. Τα σερβικά βου- νά με το τρεμουλιαστό περίγραμμα κατά μήκος της δεξιάς όχθης ήταν η αρχή της μεγάλης οροσειράς του Αίμου. Το ποτάμι κυλούσε γύρω από τα απόκρημνα ακρωτήρια της Σερβίας σχηματίζοντας ανοιχτά πέταλα. Ξαφνικά, τα βουνά δεν ανήκαν πια στη Γιουγκο- σλαβία και έγιναν βουλγάρικα. Πότε πότε περνούσαμε ανάμεσα από σχεδίες φτιαγμένες από τεράστιους κορμούς και προσπερνού- σαμε σκοτεινές πομπές από φορτηγίδες που έφταναν το ενάμισι χιλιόμετρο. Στην Όρσοβα, τη στιγμή που σφράγισαν στο διαβατή- ριό μου την ημερομηνία 14 Αυγούστου, είχα συνειδητοποιήσει, νιώθοντας στην αρχή σοκ, και στη συνέχεια ευχαρίστηση, ότι είχα μείνει πάνω από τρεις μήνες στην Τρανσυλβανία. Και δικαίως, σκέφτηκα, ξαναδιαβάζοντας για δέκατη φορά το γράμμα που είχα λάβει εκείνο το πρωί. νοβιτς («Ανγκέλα»), μια γυναίκα από την Ουγγαρία, τη σχέση του με την οποία περιγράφει τρυφερά στο Ανάμεσα στα δάση και τα νερά .

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=