34 που φανέρωνε πως έπρεπε να κοιτάξει πίσω. Στην άλλη πλευρά υπήρχε η ζωγραφιά μιας φιλικής αρκούδας που αγκάλιαζε το ανθρωπάκι-Τζούνιπερ. Ναι, ήταν γλυκούλι, και ναι, ήταν τέλειο. Η Τζούνιπερ έβαλε το σημείωμα στην τσέπη. Λοιπόν: έξι κυνηγοί κειμηλίων, πέντε από αυτούς κρυμμένοι, κι όλοι είχαν βάλει στο μάτι ό,τι κι εκείνη. Έπρεπε να σκεφτεί κάτι, και γρήγορα. Γλίστρησε σαν αίλουρος μέσα στο πλήθος. Κοίταξε διακριτικά σε μια βιτρίνα και είδε την αντανάκλαση του άντρα με τον μανδύα πίσω της. Εξακολουθούσε να την ακολουθεί, να την πλησιάζει. Πρόσεξε ότι υπήρχε μια άλλη φιγούρα που έστεκε δίπλα σε έναν πάγκο, δυσοίωνη και μυστηριώδης, κι ένας τρίτος που καμωνόταν πως διάβαζε εφημερίδα. Διέκρινε ένα τατουάζ καρχαρία σε έναν από αυτούς κι ένα μενταγιόν με κεφάλι ταύρου σε έναν άλλον. Ανήκαν όλοι σε αντίπαλες συμμορίες αλλά δεν είχε πάρει είδηση ο ένας τον άλλον, από όσο μπορούσε να καταλάβει. Είχαν μαντίλια τραβηγμένα ως ψηλά στη μύτη και έκρυβαν το πρόσωπό τους κάτω από κουκούλες ή καπέλα. Βλέπω να γίνονται ενδιαφέροντα τα πράγματα εδώ πέρα, σκέφτηκε η Τζούνιπερ. Πίστευε όμως πως μπορούσε να το εκμεταλλευτεί προς όφελός της. Πήρε βαθιά ανάσα κι έτρεξε προς το κουρδιστό κάρο. Ο λαθρέμπορος που καθόταν πίσω πίσω δεν είδε την Τζούνιπερ όταν τον έπιασε από το μανίκι· τον απασχολούσε πολύ περισσότερο η άμαξα Επίταξης που χανόταν πιο κάτω στον δρόμο. Τα μάτια του γούρλωσαν
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=