Από δρυ παλιά κι από πέτρα
13 A ΠΟ Δ Ρ Υ Π Α Λ Ι Α Κ Ι Α ΠΟ Π Ε Τ Ρ Α τα πιτσιρίκια της γειτονιάς που το είχαν για παιχνίδι να βάζουν χέρι στο εμπόρευμά τους. Ακόμα και αργά, τα βράδια, άκουγες τους διαβάτες που κουβέ ντιαζαν και τα γέλια και τα τραγούδια που το έσκαγαν στον δρόμο από τα αφύλαχτα παράθυρα των σπιτιών. Τα τραγούδια ήταν ανάκατα: Δικά τους κυπριώτικα, ελλαδίτικα, σμυρναίικα, αμανέδες, ανατολίτικα, φράγκικα. Όλα μαζί, ανάκατα, όπως ταιριάζει σε ένα νησί στη μέση δύο κόσμων. Αυτή ήταν η Κύ προς τότε. Ένα ακριβό μονόπετρο δαχτυλίδι. Που άλλοτε φοριόταν στο αριστερό χέρι κι άλλοτε στο δεξί. Στην ακμή της ηΚύπρος καλωσόριζε τον εικοστό αιώνα, που έμελ- λε να μην είναι καλός μαζί της. Οι άνθρωποι όμως, την πρώτη δεκαε- τία, χαίρονταν ακόμη τη ζωή τους ανύποπτοι. Κι έτρεχαν μαζί με τα παιδιά πίσω από το πρώτο αυτοκίνητο της πόλης, πετώντας στον αέρα τα καπέλα τους και γελώντας κάθε φορά που άκουγαν το κλάξον. Ηάφιξή μας στην Κύπρο γρήγορα έγινε, για μένα και την Ευρύκλεια, η αγαπημένη μας ιστορία. Ένα δικό μας παραμύθι που μου έλεγε πριν κοιμηθώ. «Ευρύκλεια, πες μου για το κασμίρι», της ζητούσα. Ή «Πώς ήταν ο κουραμπιές που με φίλεψε η Κατίνα την πρώτη πρώτη φορά που με είδε;» Έτσι θυμάμαι τα γεγονότα των παιδικών μου χρόνων. Σαν μια μακριά αφήγηση σε συνέχειες, ντυμένη με χρώματα και μυρωδιές. «Όταν πατήσαμε το πόδι μας στην Κερύνεια, ήταν άνοιξη», άρ χιζε τη διήγηση η Ευρύκλεια. «Πρωί;» ρωτούσα εγώ, παρόλο που ήξερα πολύ καλά πως ήταν πρωί. «Πρωί. Σε πήρα από το χέρι και πήγαμε γραμμή στο μαγαζί του Καλφατζή».
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=