Από δρυ παλιά κι από πέτρα

18 Ν O Ε Λ ΜΠ Α Ξ Ε Ρ »Την είχα προετοιμάσει τη γνωριμία μας, πίστευα, καλά. Είχα συγκεντρώσει όσες πληροφορίες μπορούσα να πάρω για το κορι- τσάκι και τους γονείς της, για το σπίτι τους και για το πώς ζούσαν στο Αϊδίνι. Έμαθα ως και τι κουρτίνες είχαν, πώς ήταν το τραπέζι τους στρωμένο, να δω λιγάκι τη ζωή τους σαν να ήμουνα εκεί. Είχα επίσης σχεδιάσει στο μυαλό μου έναν δικό μου τρόπο για ν’ αγγίξω την Πηνελόπη χωρίς να τη φοβίσω. Με λίγα λόγια, η πρώτη μας γνωριμία δεν ήταν από τις τυχαίες που εύκολα ξεχνιούνται. »Μα μόλις την είδα, όταν η Ευρύκλεια την έφερε στο καμαράκι μου, φωτίστηκε η ψυχή μου. Μια καρδούλα που έτρεμε ολόκληρη ήταν η Πηνελόπη κι ας μην το ’δειχνε στα φανερά. Το ’νιωθα εγώ. Και ξέχασα μεμιάς τα σχέδια και τα προετοιμασμένα λόγια και μί­ λησε η καρδιά μου. Και λες κι έγινε η ματιά μου φως και τράβηξε στο μέρος μου το κοριτσάκι. Ήρθε κοντά μου κι έμεινε εκεί, στην αγκαλιά μου». Την άκουγα ενόσω θήλαζα παράμερα τη μικρή μου κόρη, κρυμ­ μένη από τα βλέμματα. Μιλούσε χαμηλόφωνα, αλλά ηχούσαν μέ- σα μου οι λέξεις της. Και σιώπησα. Γιατί κι εγώ, με τη φωνή της, έλεγα εκείνη τη στιγμή τα ίδια λόγια στη δική μου κόρη. Που, όπως στη δική της περίπτωση έτσι και στη δική μου, δεν ήταν φυσική κόρη μου. Αν από την αγκαλιά της δεύτερης μάνας μου έχω την πιο γλυκιά ανάμνηση, η αγκαλιά της Κατίνας είναι στη μνήμη μου γεμάτη μυ­ ρωδιές. Κοκκινιστά, τσουρέκια, ντολμάδες, ανάκατα με τα πολύτι­ μα μπαχάρια της, που τα κρατούσε, επτασφράγιστα, σε ένα κρυφό ξύλινο κουτί με συρταράκια. Μια πελώρια ζεστή αγκαλιά, σαν τις φραντζόλες που μας έψηνε, ήταν για μένα η μαγείρισσά μας η Κατίνα. Ένα θρεπτικό, μαλακό ζυμάρι, με πολλές φιλόξενες κρύπτες, που μου άρεσε, σαν παιδί, να

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=